play_arrow

keyboard_arrow_right

Listeners:

Top listeners:

skip_previous skip_next
00:00 00:00
chevron_left
volume_up
  • play_arrow

    Sin Radio Listen, don't just hear!

ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΗ

Είδαμε την παράσταση ‘Pigalle’ στο Θέατρο Olvio

today10 Μαρτίου, 2025

Φόντο

Ο Ντίνος, ένας νευρωτικός, στα όρια του γελοίου, μας συστήνεται ως ο “νοικοκύρης” του σπιτιού, που ετοιμάζεται να υποδεχτεί τον εργοδότη του, τον Στάθη, καθώς επιτέλους αυτός αποδέχτηκε το κάλεσμά του. Στον χώρο υπάρχει και η Μαρία , η “σιωπηλή” σύζυγος του Ντίνου, που έχει φροντίσει τα πάντα όλα από νωρίς και τώρα χαλαρώνει, παίζοντας πιάνο. Ο Ντίνος είναι πολύ αγχωμένος, γιατί έχει να προτείνει στον Στάθη μια καινούρια ιδέα για το εργοστάσιο που είναι εργαζόμενος, η οποία θα αυξήσει την κερδοφορία και θα αποτελέσει για τον ίδιο μια πρώτης τάξεως ευκαιρία, ώστε να ανέλθει στη διοικητική πυραμίδα περισσότερο.

Έτσι, για να αποφορτιστεί, επαναλαμβάνει για ακόμη μια φορά στη σύζυγό του, όλη την ιστορία από τη γνωριμία με τον εργοδότη του μέχρι το πώς έχει εξελίχθει ο ίδιος όλα αυτά τα χρόνια. Ακούγοντάς τον, δεν μπορείς να μη μειδιάσεις και να μην σκεφτείς το πόσο δουλεπρεπής είναι ο τύπος, που όπου πάταει ο Στάθης αυτός σπεύδει μετά να φιλήσει το μέρος! Το άγχος του είναι να είναι έτοιμο στην ώρα του το φαγητό που έχει αποφασίσει να σερβίρουν και να αρέσει το εξωφρενικά πανάκριβο ουίσκι στο αφεντικό…

Ο Στάθης έρχεται με ένα ασυνήθιστο δώρο για το ζευγάρι – το τελευταίο μπονζάι από τη μεγάλη του συλλογή, που έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό να εμπιστεύεται-μοιράζει σε φίλους, γνωστούς και συνεργάτες. Μαζί του φέρνει και έναν τόμο με οδηγίες για την ευζωία του φυτού! Είναι χαλαρός και παρατηρεί την έκδηλη αγωνία του Ντίνου και τη βουβή φιγούρα της γυναίκας του (που θυμίζει κάτι αντίστοιχες σε ιαπωνικές παλιές ταινίες) και τεχνηέντως προσπαθεί να μάθει περισσότερα για το ζευγάρι. Αυτά που ακούει, του φανερώνουν πράγματα που δεν γνώριζε για τον συνεργάτη του και την οικογενειακή του ζωή και του μεγάλωνουν την αμηχανία και την αγωνία ταυτόχρονα.

Ο Ντίνος συνεχίζει ακάθεκτος στο σχέδιό του να τον ευχαριστήσει, μόνο που κάθετι που κάνει “στραβώνει”, καθώς τα γούστα του Στάθη διαφέρουν αρκετά αυτά που φανταζόταν εκείνος… Όταν, μάλιστα, του ανακοινώνει τα φιλόδοξα σχέδιά του για τη νέα παραγωγή, ο εργοδότης του τον γειώνει απολύτως, ανακοινώνοντάς του πως έχει αποφασίσει να αποσυρθεί και να πάει να ζήσει μαζί με τον γιο του, που εργάζεται στο εξωτερικό, και πως ό,τι επιθυμία έχει πλέον θα τη συζητάει με τον νέο υπεύθυνο, έναν συνάδελφο του Ντίνου, που τον τοποθετεί στη θέση του.

Αυτό το τελευταίο, είναι και η μαχαιριά στην καρδιά του Ντίνου, που χάνει τελείως το μυαλό του και ξεκινάει ένα κρεσέντο παραλογισμού, που αφήνει με ανοιχτό το στόμα τον Στάθη. Όταν θα φύγει για να ηρεμήσει λίγο, όπως τον ενημερώνει η Μαρία, οι δυο τους θα βρουν την ευκαιρία να συζητήσουν. Τότε, ο Στάθης θα διαπιστώσει τον λόγο που εκείνη κυκλοφορούσε με γυαλιά ηλίου μέσα στο σπίτι και από την εξιστόρησή της για γεγονότα που δεν έχει γνώση για την πρότερη, της γνωριμίας τους, ζωή του Ντίνου, θα διαπιστώσει ότι έχει να κάνει με έναν ανθρωπο που χρήζει επείγουσας βοήθειας από ειδικό και με ένα βεβαρημένο οικογενειακό ιστορικό που τον έχει “καταστρέψει”.

Άμα τη επιστροφή του “ασώτου” Ντίνου, θα φροντίσει να κλείσει τις όποιες εκκρεμότητες και να φύγει, χωρίς να κοιτάξει πίσω. Στο σπίτι, πλέον ο, εντελώς διαλυμένος από τις εξελίξεις, Ντίνος ετοιμάζεται να ξεσπάσει στη συνήθη ύποπτο… όμως, αυτήν τη φορά και αυτό το σχέδιο δεν θα του πάει, όπως το σκέφτεται…

Με τον μανδύα μιας μαύρης κωμωδίας, ο Γιάννης Κεντρώτας παρουσιάζει στο νέο του έργο μια αληθινή εικόνα της σύγχρονης Ελλάδας – ένας εργασιακός μεσαίωνας σε πολλές επιχειρήσεις, όπου για να μη χάσεις τη δουλειά σου αρχικά, αλλά και για να ανέβεις στην ιεραρχία, αναγκάζεσαι να ανεχτείς ό,τι συμβαίνει και να μπεις σε μια κούρσα άκρατου ανταγωνισμού, που συχνά θυμίζει αρένα. Αποτέλεσμα αυτών είναι να χάνεται η ομορφιά της ζωής και ο ανθρωπος να κολυμπάει σε μια θάλασσα, όπου το πιο χρήσιμο αντικείμενο επιβίωσης είναι ένα… πιγκάλ.

Απέναντι σε αυτήν τη συνθήκη, τοποθετεί τον καλοζωισμένο εργοδότη, που έχει ως μοναδική μέριμνα την ευζωία ενός φυτού, του δεντρου της ζωής, όπως αποκαλείται στη χώρα καταγωγής του.

Η προφανής αυτή αντίθεση, σε συνδυασμό με τον καυστικό σατιρικό μονόλογο του Ντίνου, που περιγράφει την εργασιακή του “περιπέτεια”, βάζει τον θεμέλιο λίθο της παράστασης, για προστεθούν στη συνέχεια και άλλες “ομορφιές”, όπως οικογενειακή βία και κακοποίηση.

Ο Φοίβος Συμεωνίδης είναι καταπληκτικός στον ρόλο του Ντίνου. Δημιουργεί με ακρίβεια τον τύπο που τα έχει τοποθετημένα σε κουτάκια μέσα του και απολύτως τακτοποιημένα, ενώ παράλληλα τα ψυχαναγκαστικά του σύνδρομα βολτάρουν δίπλα του, η βία και η καταπίεση είναι δεύτερη φύση και, με το μάτι να γυαλίζει από εκείνη την τρέλα που, όταν τη συναντάς, επιλέγεις να πας με τα νερά της για να μην σε βρει κάποιο κακό… Κάνει τη μετάβαση από την αρχική σοβαροφάνεια στην απόλυτη παράνοια να φαίνεται πολύ εύκολη (κάτι που δεν είναι καθόλου για κάποιον υγιή άνθρωπο) και συνολικά εντυπωσιάζει πάλι με την ερμηνεία του (τον είχαμε ξαναδεί στην ίδια σκηνη, στον “Τόρνο“, και είχαμε επίσης ενθουσιαστεί).

Ο Στάθης, του Βασίλη Χατζηδημητράκη, έχει αυτήν τη φυσικότητα της ερμηνείας, που σε κάνει να ξεχνάς ότι παρακολουθείς μια παράσταση. Παρουσιάζεται ως το παιδί της διπλανής πόρτας, ένας από εμάς δηλαδή, όμως, όταν κρίνει πως χρειάζεται, υπενθυμίζει πως αυτός είναι η κεφαλή της πυραμίδας.

Η Τάνια Παλαιολόγου, σε έναν αμίλητο ρόλο στο μεγαλύτερο μέρος του έργου, εκφράζει με τις σιωπές της όλα όσα δεν λέει – τη διαρκή βία κάθε μορφής που δέχεται και δεν αντιδρά. Όταν λύνεται και εκφράζεται, φανερώνει ένα πλάσμα μεγάλης εσωτερικότητας και αντίληψης, αλλά και βαθιάς γνώσης για όσα οδήγησαν στην παθολογική συνθήκη του Ντίνου. Η ευαισθησία της γίνεται αδυναμία εκμεταλλεύσιμη από τον κακοποιητή της και η τελευταία κραυγή επί σκηνής, δίνει το ηχηρό μήνυμα ότι τέτοιες “άρρωστες” καταστάσεις ποτέ, μα ποτέ, δεν έχουν καλή κατάληξη…

Ο Μιχάλης Κοιλάκος δημιουργεί μια παράσταση ρυθμού, αξιοποιώντας το κείμενο του έργου, συνθέτοντας έναν καθημερινό οικείο οικιακό χώρο, που δεν είναι σε καμία περίπτωση αυτό που φαίνεται απέξω. Αποδίδει εύγλωττα τις αντιθέσεις και τα δυνατά μηνύματα του κειμένου, κάνοντας τον υποψιασμένο θεατή να οσμίζεται ότι καιροφυλακτεί, κάπου στην εξέλιξη της παράστασης, το ξέσπασμα μιας καταιγίδας, με ανυπολόγιστες συνέπειες…

Ο σκηνικός χώρος είναι καλαίσθητος και άκρως λειτουργικός, με αρκετά “συμβολικά” αντικείμενα και που, με την εναλλαγή των φωτισμών, σε μεταφέρει κάθε φορά στο εκάστοτε πεδίο δράσης. Η ζωντανή μουσική που συνοδεύει την παράσταση, από τον Αναστάσιο Μισυρλή και το τσέλο του, σε συνδυασμό με τη συνοδεία του πιάνου (από την Τάνια Παλαιολόγου), σε ορισμένες σκηνές, έρχεται και δένει με την υπόθεση και γαληνεύει τα ακραία συναισθήματα των ηρώων, ενώ κάποιες άλλες στιγμές είναι η ιδανική ενδυμασία για τις υπερβολικές τους, και μη, αντιδράσεις.

Συνοπτικά το ‘Pigalle’ είναι μια ζόρικη παράσταση! Δεν ανήκει σε εκείνες που, μετά τη θέασή τους, φεύγεις με ένα τεράστιο χαμόγελο ευχαρίστησης, γιατί αυτό σκεπάζεται από τον προβληματισμό που γεννάει το ίδιο το έργο, από τη μέση του και μετά, όταν το μαύρο χιούμορ αναδεικνύει όλη την παθογένεια του σπιτικού της Μαρίας και του Ντίνου. Είναι εξαιρετικά σκηνοθετημένο, αποδίδει το αρχικό κείμενο στον απόλυτο βαθμό και χαίρει να έχει τρεις υπέροχους ερμηνευτές στους ρόλους του. Κάνει τον θεατή να γελάσει, αλλά και να αναλογιστεί πολλά που ίσως συμβαίνουν και στη δική του καθημερινότητα (όχι πάντα στην ακραία συνθήκη, όπως του έργου), θέτοντας ερωτήματα για την αξία της ανοχής και της σιωπής μας σε κάθε μορφή βίας που δεχόμαστε και την αξιολόγηση των προτεραιοτήτων που ο καθένας μας ιεραρχεί για τη ζωή του.

Και θέτει υποδόρια το ερώτημα – θα ήθελες να έχεις την ιδέα για ένα σούπερ-ντούπερ καινούριο πιγκάλ που θα φέρει επανάσταση στην αγορά ή να φροντίζεις για το ιδανικό περιβάλλον ενός μπονζάι; Μη βιαστείς να απαντήσεις… ορισμένες φορές αυτά που δείχνουν ουτοπικά είναι πιο εύκολα από εκείνα που φαντάζουν ως μονόδρομοι…

Περισσότερα εδώ.

Θοδωρής Κ., Φεβρούαριος 2025

Written by: Sin Radio

Sin Radio