play_arrow

keyboard_arrow_right

Listeners:

Top listeners:

skip_previous skip_next
00:00 00:00
chevron_left
volume_up
  • play_arrow

    Sin Radio Listen, don't just hear!

ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΗ

Είδαμε την παράσταση “Οι Μεθυσμένοι” στο Θέατρο Olvio

today24 Οκτωβρίου, 2025

Φόντο
share close

Η μέθη είναι μια κατάσταση ψυχικής διέγερσης και ευφορίας, που προκαλείται από την κατανάλωση οινοπνεύματος ή άλλων ψυχοτρόπων ουσιών, και μεταφορικά περιγράφει έντονη ψυχική διέγερση που προκύπτει από ισχυρά συναισθήματα. Όταν πίνουμε, το ενδοθήλιο του στομάχου απορροφά το αλκοόλ, το οποίο καταλήγει στην κυκλοφορία του αίματος. Τα αγγεία διαστέλλονται και έτσι δημιουργείται μια ευχάριστη έξαψη. Ταυτόχροναμ το κεντρικό νευρικό σύστημα καταστέλλεται, με αποτέλεσμα την ευφορία. Όμως, πέραν αυτού, υπάρχουν και ορισμένα, όχι και τόσο ευγενή συμπτώματα, τα οποία εμφανίζονται μετά από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, σε τέτοιον βαθμό που ο οργανισμός δεν μπορεί να το διαχειριστεί, όπως αφυδάτωση, κόπωση, πονοκέφαλος, ναυτία, έμετος, αδυναμία, αυξημένη θερμοκρασία σώματος, δυσκολία συγκέντρωσης, άγχος, ευερεθιστότητα. Αν έχεις μεθύσει έστω και μια φορά στη ζωή σου, σίγουρα έχεις αισθανθεί κάτι από όλα αυτά.

Oι 14 ήρωες του Ivan Vyrypaev, πέραν όλων των προαναφερομένων, αποκτούν και υπαρξιακές, και όχι μόνο, κρίσεις, οι οποίες σε συνδυασμό με την ακραία ειλικρίνεια που τους διακατέχει, ελέω μέθης, συντελούν στη δημιουργία άβολων και συχνά “σκληρών” καταστάσεων. Ως ιδέα, αν το εξετάσει κανείς, είναι εξαιρετική, καθώς έχει αρκετό ενδιαφέρον το πώς μπορεί να παρουσιαστεί, μέσω της θεατρικής γραφής και πράξης, η συνθήκη κατά την οποία τα άτομα, απαλλαγμένα από οτιδήποτε μας φρενάρει, θα μιλήσουν ανοιχτά, για τα καλά και τα άσχημα της ζωής, με μια αναμενόμενη δόση αυτοκριτικής.

Όμως, η “πραγματικότητα” του συγγραφέα δεν συναντιέται με αυτήν που ζούμε καθημερινά… Δεν είμαστε μια κοινωνία ετεροφυλόφιλων αποκλειστικά ούτε όλοι είμαστε επιτυχημένοι, ούτε όλες οι γυναίκες είναι εξαρτώμενες από έναν άνδρα και ούτε καταλήγουν να ασκούν το αρχαιότερο των επαγγελμάτων, αν δεν τους συμβεί κάτι καλύτερο στη ζωή τους – και φυσικά δεν έχουμε άκρατες θεολογικές ανησυχίες και την πίστη πως σε μια ανώτερη δύναμη είμαστε υπόχρεοι και υπόλογοι.

Αυτά, σε συνδυασμό με κάποιες ακόμα πινελιές “ανδρικής” υπεροχής, μας ξένισαν αρκετά, αλλά εν μέρει τα δικαιολογήσαμε, αναλογιζόμενοι τη χώρα καταγωγής του συγγραφέα, που τα πατριαρχικά πρότυπα παραμένουν πανίσχυρα.

Δεν παρακολουθούμε θέατρο για να συμφωνήσουμε με τα δρώμενα και τους συγγραφείς, αλλά για να μπούμε σε μια διαδικασία “διαλόγου” με το έργο, και έτσι ξεπεράσαμε το όποιο σοκ της αρχικής διάψευσης αυτού που περιμέναμε να δούμε και προσπαθήσαμε να αντιληφθούμε την προσέγγιση της εκ Θεσσαλονίκης ομάδας στο έργο. Mε δεδομένο ότι το κείμενο έχει εν γένει αρκετές αδυναμίες στη δομή του, ομολογώ πως η σκηνοθετική προσέγγιση, από τον Ανδρέα Παράσχο, ήταν αρκετά καλή, επιλέγοντας έναν γρήγορο ρυθμό με ταχύτατες αλλαγές στα πρόσωπα, που ερμηνεύονται από πέντε μόλις ηθοποιούς, με διαρκή ένταση και εκτόξευση συναισθημάτων στα κόκκινα. Κατάφερε να κρατήσει το ενδιαφέρον του κοινού, που ίσως περίμενε ότι κάποια στιγμή θα ξέφευγε η υπόθεση, από τις διδαχές περί καλού-κακού (επιπέδου δημοτικού, δυστυχώς), την αμπελοφιλοσοφία για τα πάντα που μπορεί συναισθηματικά να προβληματίζουν τον άνθρωπο (αλλά τα έχουμε ακούσει ξανά και ξανά με το ίδιο κενό περιεχόμενο) και φυσικά τα ανερμάτιστα θεολογικά κηρύγματα-σουξέ (κι αυτά τα γνωρίζουμε από παλιά· κάτι καινούργιο δεν έχει κυκλοφορήσει από την “εταιρεία”;), αλλά έμεινε, όπως κι εμείς, με την ελπίδα στο χέρι.

Παρόλα αυτά, βρήκα ένα πιθανό κίνητρο στη δουλειά της ομάδας κι αυτό δεν είναι άλλο από την επιβεβαίωση της ματαιότητας που διέπει τον σύγχρονο άνθρωπο, που βρίσκεται πολλές φορές παγιδευμένος σε συνθήκες που δεν έχει ο ίδιος ούτε ζητήσει ούτε δημιουργήσει, αλλά τις βρήκε και, μέσα σε αυτές, καλείται να ανταπεξέλθει και ιδανικά να τις κάνει καλύτερες για τους επόμενους, αφήνοντας ένα κάποιο έργο πίσω του (κάτι που δεν συμβαίνει με τον ρυθμό που ορισμένοι επιθυμούμε).

Ερμηνευτικά, βρήκα πάρα πολύ καλή την προσπάθεια όλων και θαύμασα την πιστότητα και την ταχύτητα στις μετενσαρκώσεις των ρόλων τους. Η Άννα-Μαρία Γάτου με εντυπωσίασε με τις αλλαγές των ρόλων, από νύφη σε μεταγαμιαίο πάρτυ σε πειθήνια σύζυγο (με κρυμμένα μυστικά) κι από εκεί σε πόρνη. Ο Γιώργος Κωνσταντίνου, σε ρόλους αποκλειστικά σχετικούς με την οικογένεια, με έπεισε για την αθωότητα των χαρακτήρων που ερμήνευσε και το γεγονός ότι έπινε γιατί βρέθηκε στη φάση που απλά δεν μπορούσε να το αποφύγει! Ο Βασίλης Μπόγδανος πέτυχε να μας εκνευρίσει ως ετοιμοθάνατος διευθυντής κινηματογραφικού φεστιβάλ – τραπεζικός σε κρίση και τέλος ως αυτοπροσδιοριζόμενη σύγχρονη μετεμψύχωση του Ιησού, με βασικό προσόν τη “συγγένεια” με ένα φανταστικό ιερωμένο αδερφό. Ο Γιώργος Κωνσταντινίδης μας χάρισε μια σειρά απελπισμένων μορφών, με κύριο χαρακτηριστικό τη μη αντοχή στο ποτό, που οδηγούνται  σε παραληρηματικά επεισόδια, όπου η αλήθεια, που μοιραία βγαίνει στο φως, δεν αφήνει κανένα περιθώριο αντίδρασης, παρά μόνο αυτό της αποδοχής της μικρότητάς τους, και η Υρώ Τσάμογλου ήταν εκείνο το γλυκό κορίτσι, που το μεθύσι της βγάζει όλη την απόγνωση στην επιφάνεια, οδηγώντας τη στη σκοτεινή πλευρά των επιλογών, με το ερωτηματικό, αν αυτό είναι συνέπεια του πιώματος ή το υποσυνείδητο που βρήκε ευκαιρία να δράσει… Δεν μου άρεσε η κίνηση των ερμηνευτών ως μεθυσμένων – τη βρήκα πολύ αφελή· η σκηνογραφία ήταν πολύ δωρική για μια μεγάλη σκηνή σαν αυτή του Olvio και φωτιστικά μπορούσε να είχε γίνει και καλύτερος σχεδιασμός.

Συνοψίζοντας την εμπειρία μου αυτή, θα πω ευθαρσώς πως ένιωσα έντονη διάψευση των προσδοκιών μου για το περιεχόμενο και το νόημα του έργου. Αλλά, επειδή πάντα σε καθετί που στραβώνει, υπάρχει και κάτι καλό, παρακολουθήσαμε μια εξαιρετικά φιλότιμη ομάδα σκηνοθέτη – ηθοποιών, που βούτηξαν σε ένα δύσκολο και ξένο, στη δική μας κουλτούρα, έργο με πολύ μεράκι και αγάπη και έδωσαν όλο τους το είναι για να παρουσιάσουν τη σκηνική τους αλήθεια – και αυτός ήταν κι ο μονος λόγος που κέρδισαν το ένθερμο χειροκρότημά μας. Τους σημείωσα στην ατζέντα μου για να τους ξαναδώ, αν βρεθούν στην πόλη μας και πάλι, με μια καλύτερη επιλογή έργου την επόμενη φορά…

Περισσότερα εδώ.

Θοδωρής Κ., Οκτώβριος 2025

Συντάχθηκε από: Sin Radio