Sin Radio Listen, don't just hear!
Από τις συνεντεύξεις των συντελεστών και από τα Δελτία Τύπου της παράστασης «Μήδεια» στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, γίνεται αντιληπτό ότι δεν πρόκειται να δούμε την «Μήδεια» του Ευριπίδη, αλλά «το σύμπαν του Frank Castorf», ό,τι κι αν αυτό σημαίνει…
Κι έτσι κι έγινε. Είδαμε μια «Μήδεια» διαφορετική από όλες όσες έχουμε δει έως σήμερα (προσωπικά, έχω δει περισσότερες από 12) και το ανάθεμα ξεκίνησε από τα πρώτα δέκα λεπτά της παράστασης… και συνεχίζεται έως και τώρα…
Κατά τη γνώμη μου όμως, η συζήτηση σχετικά με αυτήν την παράσταση της «Μήδειας» (και όχι μόνο) πρέπει να ξεκινήσει από μια απλή ερώτηση: «Είναι το ιερό Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου και για τις μεταμοντέρνες παραστάσεις, οι οποίες βασίζονται σε ένα γνώριμο όνομα τραγικού ποιητή ή είναι μόνο για τις παραστάσεις, οι οποίες ανεβαίνουν σύμφωνα με τα παλαιού τύπου πρότυπα; Εάν η απάντηση είναι θετική ως προς το πρώτο σκέλος της ερώτησης (κάτι το οποίο προφανώς συμβαίνει τα τελευταία τουλάχιστον 30 χρόνια) και η Επίδαυρος αποτελεί το εφαλτήριο για τον επαναστοχασμό του αρχαίου δράματος ή για τις πειραματικές προσεγγίσεις, τότε αυτό που έχουμε να κρίνουμε ή να σχολιάσουμε είναι κατά πόσο η συγκεκριμένη μεταμοντέρνα παράσταση αξίζει τα εύσχημα ή τη χλεύη του φορολογούμενου…
∞
Ο Frank Castorf, σκηνοθέτης και επί σειρά ετών καλλιτεχνικός διευθυντής της Γερμανικής Volksbuhne (Θέατρο του Λαού), επανέρχεται στη χώρα μας, καλεσμένος αυτήν τη φορά από το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου. Ο διαρκώς αιρετικός Castorf αποδέχεται την πρόσκληση και στοχεύει η δική του δραματουργία να αποτελέσει μια μη συμβατική απόδοση της «Μήδειας». Της «Μήδειας», όχι του Ευριπίδη, αλλά της «Μήδειας του Frank Castorf», μιας και το κυρίως κείμενο είναι του Ευριπίδη, αλλά σε αυτό προστίθενται αποσπάσματα από την τριλογία του Heiner Mϋller, η οποία αναφέρεται στη Μήδεια («Ρημαγμένη Όχθη», «Μήδειας Υλικό», «Τοπίο με Αργοναύτες»), αλλά και αποσπάσματα από ποιήματα του Arthur Rimbaud και άλλων συγγραφέων. (Η «Μήδεια» του Mϋller χρησιμοποιήθηκε για τον πολιτικό αλληγορικό της λόγο εναντίον της πατριαρχίας, ενώ οι «Αργοναύτες» για την εγκληματική δράση των ανδρών κατακτητών).
Κι ας έρθουμε στο προκείμενο και με ψυχραιμία ας παρουσιάσουμε τα θετικά και τα αρνητικά αυτής της παράστασης…
Εισερχόμενος ο θεατής στο κοίλον της Επιδαύρου, ένιωθε αμηχανία, απορία ή και θυμό, αντικρίζοντας το σκηνικό, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν πέρασε αδιάφορο. Στη σκηνή, τοποθετημένα πέντε αντίσκηνα και γύρω τους ένας ατελείωτος σκουπιδότοπος από πλαστικά άδεια μπουκάλια, να θυμίζει χωματερή ή τον καταυλισμό Μόρια των προσφύγων ή να αποτελεί τον καθρέφτη της κοινωνίας μας… Μια γιγαντοοθόνη κυριαρχεί στον χώρο, ενώ στα δεξιά της η επιγραφή της Coca Cola γέρνει σπασμένη κι όταν τα φώτα χαμηλώνουν, πίσω από την ορχήστρα προς το δάσος, φωτίζεται ένα κόκκινο μακρόστενο κουτί-δωμάτιο (πιθανώς Container). Η παράσταση ξεκινάει, στη γιγαντοοθόνη προβάλλονται δυστοπικά τοπία, ουρανοξύστες, έρημοι δρόμοι, φυλακές, ένας κόσμος «For sale», ανδροκρατούμενος και κατεστραμμένος, ενώ οι βωμολοχίες που ακούγονται δεν ταιριάζουν στο κείμενο της «Μήδειας»… Οι πρωταγωνιστές ντυμένοι grottesco – αλλόκοτα, με ρούχα φανταχτερά και με ακριβά βαριά υφάσματα, κεντημένα με λίθους, έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το σκηνικό. Οι πρώτοι θεατές αποχωρούν κι ας έχουν περάσει μόλις δέκα λεπτά…
Οι ηθοποιοί μπαινοβγαίνουν στα αντίσκηνα, όπου υπάρχουν κάμερες κι εμείς τους παρακολουθούμε στη γιγαντοοθόνη, μέχρι που στη σκηνή κάνει την εμφάνιση του ένας κινηματογραφιστής, συνοδευόμενος από τον ηχολήπτη του (boom man). Ο Castorf συχνά χρησιμοποιεί την τεχνική της ζωντανής κινηματογράφησης, με αποτέλεσμα οι θεατές, ακόμη και όσοι κάθονται πολύ μακριά από τη σκηνή, μέσα από την γιγαντοοθόνη να μπορούν να βλέπουν τα gros plan των ηθοποιών. Αλλά και η κινηματογράφηση δίχασε… «Σαν σε σινεμά», «Μη θίγεις το σινεμά…», «Παρακολουθούμε ένα έργο δωματίου», «Θα μπορούσαμε να δούμε μια ταινία σπίτι μας», «Σαν να ήμασταν σε συναυλία» και πολλά άλλα ακούστηκαν. Προσωπικά μου άρεσε πολύ γιατί είχα τη δυνατότητα να παρατηρώ την κάθε έκφραση, τον κάθε μορφασμό του προσώπου, την κάθε φλέβα που πετιέται, την κάθε ρυτίδα, ενώ την ίδια στιγμή εάν έστρεφα το βλέμμα μου έβλεπα τους ηθοποιούς εκεί μπροστά μου.
Η κοσμοσυρροή στον κεντρικό επάνω διάδρομο απ’ όπου φεύγουν οι θεατές συνεχίζεται… Κάποιοι βιντεοσκοπούν τις μαζικές αποχωρήσεις, ενώ ο Νίκος Ψαρράς (εντός κειμένου) ρωτάει τον Αινεία Τσαμάτη: «Έχει μείνει κανείς θεατής ή έχουν φύγει όλοι;», για να πάρει την απάντηση ότι έχουν φύγει πολλοί… κάτι που προφανώς το ήξεραν ότι θα συμβεί. Ο σκηνοθέτης είχε σωστά προβλέψει, ότι το κοινό θα είχε πολλές «αντιρρήσεις» (sic) σχετικά με την παράστασή του… Το θέατρο όμως δεν άδειασε. Η πλειοψηφία του κόσμου, είτε από απορία για το πώς θα εξελιχθεί η παράσταση, είτε επειδή ντρέπονταν, είτε επειδή ήξερε ότι σε παράσταση του Frank Castorf τίποτα δεν είναι αναμενόμενο, έμεινε μέχρι τέλους.
Η παράσταση συνεχίζεται, μεγάλο μέρος της δράσης έχει περάσει πίσω από τη σκηνή και διαδραματίζεται στο κόκκινο Container, όπου εσωτερικά θυμίζει παρηκμασμένο οίκο ανοχής. Ο κινηματογραφιστής ακολουθεί κατά πόδας τους ηθοποιούς και στα δυνατά φώτα τα gros plan τους είναι αμείλικτα και παράλληλα πολύ ενδιαφέροντα.
Μετά από 3,5 ώρες η «Μήδεια» ολοκληρώνεται.
Απόψεις τόσες όσοι και οι θεατές… (όχι μόνον όσων έμειναν, αλλά και όσων έφυγαν στο πρώτο δεκάλεπτο…).
Μήδεια. Η γυναίκα, η φαρμακίδα, η επαναστάτρια, που εξαιτίας του έρωτά της για τον Ιάσονα εξορίζεται σε ξένη γη, θυσιάζοντας τα πάντα. Όμως, ο Ιάσονας, με πρόφαση το καλό των παιδιών τους, θέλει να παντρευτεί την κόρη του βασιλιά Κρέοντα και της ζητά να φύγει από τη χώρα του. Ξεριζωμός για δεύτερη φορά. Ο Ιάσονας την ταπεινώνει και την προδίδει με τον πιο ειδεχθή τρόπο και η βαθιά πληγωμένη Μήδεια αποφασίζει την ιεροδικία και μέσα στην οδύνη της σχεδιάζει την εκδίκηση της, με πράξεις ανείπωτες. Στόχος της να πληρώσουν όλοι όσοι διαλύουν τη ζωή της. Από εξόριστη βάρβαρη, βρίσκεται πλέον στο κέντρο των εξελίξεων, τις οποίες χειραγωγεί. Μπορεί και το κάνει, προτάσσοντας τις θηλυκές της ικανότητες ενάντια σε όσους την πλήγωσαν. Έτσι ο Ιάσων και ο Κρέων από δυνάστες της και εκμεταλλευτές της, θα πληρώσουν και από κυρίαρχοι του παιχνιδιού θα βρεθούν αντιμέτωποι με τη Νέμεση.
Θυμός που παράγεται από την προδοσία, που οδηγεί στην επανάσταση…
Και μέσα από τη μάχη των δύο φύλων, τα αρχέτυπα αποκαλύπτονται και ο αναστοχασμός επικεντρώνεται στη Μήδεια που επαναστατεί και καταστρέφει τον κόσμο της, αποχωρώντας πάνω στο άρμα του Ήλιου…
∞
Τελικά, μέσα στο σύμπαν του Frank Castorf, θα χωρέσουν διάλογοι αλλά και αναφορές στη Μακρόνησο, στη Γουαδελούπη, στη Γιουγκοσλαβία. στη Συρία, στην Τουρκία, στο Ισραήλ, στη Γερμανία. Θα παιχτεί το παιχνίδι «Κηρύσσω πόλεμο…», θα ακουστεί η Μήδεια να φωνάζει «Πατρίδα μου είναι η εξέγερση», θα υπάρξουν κωμικές στιγμές, θα ακουστούν εμβατήρια και τζαζ, ενώ θα γίνει αναφορά και στο Ευαγγέλιο και τον Χριστό. Θα θιγεί ο καπιταλισμός (ενώ η απροκάλυπτη διαφήμιση της Coca Cola και του οίκου Dior, δημιουργούν συνειρμούς και πολλά ερωτηματικά), η καταναλωτική μανία, η καταστροφή που έχουμε προκαλέσει στο περιβάλλον μας, ενώ κάποιοι μονόλογοι θα ειπωθούν στα αγγλικά και κάποιοι στα γαλλικά και όλα αυτά όσο στη γιγαντοοθόνη θα προβάλλονται τα καντράν κουλοχέρηδων από κάποιο καζίνο. Υπερβολικά; Άστοχα; Αδόμητα; Άλλοτε ναι κι άλλοτε όχι… Αλληγορικά, νεωτερίστικα, διχαστικά; Σίγουρα ναι…
∞
Η σκηνοθεσία του ακραίου Frank Castorf προσέφερε στους υποψιασμένους πεδίο συζητήσεων και αμφισβητήσεων, ενώ σε όσους δεν σκέφτηκαν ότι θα δούνε έναν Γερμανό ανατρεπτικό να σκηνοθετεί «Μήδεια», την απογοήτευση, την αγανάκτηση και τον θυμό.
Η αλληγορία φαίνεται ακόμη και από το σκηνικό του Aleksandar Denic, το οποίο βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τα κοστούμια της Adriana Braga-Peretzki, ενώ από τους δυνατούς φωτισμούς του Lothar Baumgarte, αναδεικνύεται το έντονο μακιγιάζ και η αλλοίωσή του μετά την πολύωρη ένταση. Η δε μουσική επένδυση του William Minke, κινήθηκε από το «Break On Through» των Doors, μέχρι το «One More Kiss Dear» του Βαγγέλη Παπαθανασίου, το «Μια φορά θυμάμαι μ’ αγαπούσες, τώρα βροχή» της Αρλέτας και το «Goodbye My Love, Goodbye» του Ντέμη Ρούσσου.
Η Μαρία Ναυπλιώτου, η Ευδοκία Ρουμελιώτη, η Στεφανία Γουλιώτη, η Σοφία Κόκκαλη και η Αγγελική Παπούλια, ερμηνεύουν τη Μήδεια, σε μια προσπάθεια ανάδειξης των διαφορετικών πλευρών της, μιας και σύμφωνα με τον Castorf «Σε κάθε γυναίκα υπάρχει η δυνατότητα μιας Μήδειας, γιατί κάθε γυναίκα, κάθε άνθρωπος ερμηνεύει διαφορετικά και τελικά καταλαβαίνει αλλιώς αυτόν το ρόλο». Πέντε διαφορετικές πρωταγωνίστριες, πέντε εξαιρετικές ερμηνείες, σε ένα πρόσωπο, που δηλώνει ότι «Έφτασε η ώρα της αξιοπρέπειας για το γυναικείο φύλο. Σας περιφρονώ».
Ο Αινείας Τσαμάτης, ο Νικόλας Χανακούλας και ο Νίκος Ψαρράς, είναι οι άνδρες που στάθηκαν επάξια, αν και δεν επικράτησαν, απέναντι στη ζωώδη γυναικεία απροκάλυπτη δύναμη.
Κατάθεση ψυχής από όλους, έντονη θεατρικότητα, υψηλού επιπέδου υποκριτική δεινότητα, χαρακτηριστικός τονισμός των λέξεων (αν και σε κάποιες περιπτώσεις υπήρξαν αναίτιες στριγγλιές) και άγγιγμα των ορίων τους. Σύμμαχος τους δε η ζωντανή κινηματογράφηση.
∞
Εν κατακλείδι, υπήρξαν πολύ καλές στιγμές, στιγμές αμήχανες, όπως και στιγμές δυσνόητες, με δύσκολο αποσυμβολισμό. Όμως, το μεταδραματικό θέατρο, το οποίο υπηρετεί ο Castorf, συνέθεσε ολιστικά τη Μήδεια, μέσα από το καινοτόμο μυθοποιητικό του σύμπαν, συνδυάζοντας το αρχαίο κείμενο με κείμενα του Mϋller και του Rimbaud, έτσι ώστε να θιγούν τα σημαντικά σύγχρονα θέματα δημοκρατίας, ιμπεριαλισμού, ελευθερίας, πατριαρχίας, κυνισμού, προσφυγιάς και εξορίας, ενώ γίνεται σαφής η μάχη των δύο φύλων και η θέση της γυναίκας στις πατριαρχικές κοινωνίες. Η δε πολυσχιδής προσωπικότητα της Μήδειας και η ψυχοσύνθεσή της ερμηνεύεται και από τις πέντε πρωταγωνίστριες, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στις διαφορετικές γυναίκες να εκφραστούν, με το δικό τους διαφορετικό ηχόχρωμα, ένταση και δυναμική και να ντύσουν τον ρόλο τους με το δικό τους κοστούμι, δημιουργώντας μια μεταφεμινιστική Μήδεια, αφού τη διαλύσουν και την επανασυνθέσουν.
Για αυτήν την παράσταση, γράφτηκαν πολλά. Ουδείς, όμως, αναφέρθηκε στην εξαιρετική Έκθεση κόσμημα, η οποία λειτουργούσε στον εκθεσιακό χώρο, όπου με αφορμή το πρόσωπο της Μήδειας, αποδίδεται φόρος τιμής σε όλους όσους άφησαν το ίχνος τους στην ορχήστρα της Επιδαύρου, ενώ αναδεικνύονται οι διαφορετικές προσεγγίσεις μέσα από πολύτιμα τεκμήρια, όπως φωτογραφίες, videoπροβολές, τα αυθεντικά κοστούμια, μάσκες και μακέτες, από το 1950 έως σήμερα.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι ο σκηνοθέτης, με δούρειο ίππο το έργο του Ευριπίδη, χρησιμοποίησε την Επίδαυρο, για να παρουσιάσει ετερόκλητα στοιχεία, αποδομημένους κόσμους και οδυνηρές αντιθέσεις, εξαπατώντας τους θεατές. Όμως, ο Castorf δρα έτσι κι άρα υπήρξε συνεπής με τον εαυτό του. Οι θεατές ευθύνονται για τη γνώση ή την άγνοια τους και φυσικά για τις προσδοκίες τους, ενώ μπορούν να εκφέρουν μια εμπεριστατωμένη άποψη (θετική ή αρνητική) μόνο όσοι έμειναν επί 3,5 ώρες, μέχρι να ολοκληρωθεί η παράσταση, καθισμένοι στις καυτές πέτρες του θεάτρου.
Το σίγουρο είναι ότι η Επίδαυρος επέζησε και μετά από αυτήν την παράσταση του «βάρβαρου», ριζοσπάστη Frank Castorf και πολλοί θα τη θυμούνται είτε ως μια παράσταση που τους έδωσε την δυνατότητα να γιουχάρουν και να αποχωρήσουν, είτε ως μια εξαιρετική πρωτοποριακή – επαναστατική δημιουργία του Γερμανού σκηνοθέτη, είτε γιατί επί τόσες ημέρες ο θόρυβος γύρω από αυτήν ακόμη δεν έχει κοπάσει. Έτσι εξάλλου δεν θυμόμαστε τόσες και τόσες, μακράν του κυρίαρχου ρεύματος, Επιδαύριες παραστάσεις;
Περισσότερα εδώ.
Έλενα Χατζοπούλου, Ιούλιος 2023
Written by: Sin Radio
©2023 Sin Radio | made with ♥ and ♫ by dinatzv
Σχόλια σε άρθρα (0)