Sin Radio Listen, don't just hear!
Το όνομα Νικόλαος Ι. Λάσκαρης, λογικά, σε κανέναν θεατρόφιλο δεν πρέπει να λέει και πολλά, αφού είναι πασίγνωστο ότι, πέραν των “ειδικών”, ο μέσος θεατής δεν έχει καμία απολύτως πληροφόρηση ούτε και δυνατότητα να μάθει, πλην προσωπικής πρωτοβουλίας, για τους ανθρώπους εκείνους που έχουν προσφέρει πολλά στην ανοικοδόμηση αυτού που ονομάζουμε ελληνικό θέατρο. Ο εν λόγω, ήταν μια πολύ δραστήρια προσωπικότητα της εποχής του – με σπουδές νομικής και εξασφαλισμένη μια καλοπληρωμένη δουλειά στο δικηγορικό γραφείο του θείου· τα άφησε όλα αυτά για να αφιερωθεί στην πραγματική του αγάπη, το θέατρο. Μεταφραστής, αρχικά, γαλλικών κωμωδιών, που παίζονταν στην Αθήνα του 1890, συνέχισε με τα δικά του κείμενα, και καθηγητής της Ιστορίας του Θεάτρου, ιδρυτικό μέλος και Πρόεδρος του προδρόμου του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και της Ένωσης Θεατρικών Συγγραφέων. Υπήρξε μέλος του Βασιλικού θεάτρου, μέλος του Δ.Σ. του Εθνικού θεάτρου, και, λίγο πριν το τέλος του, διευθυντής του Εθνικού θεάτρου. Στα παραπάνω, ας προσθέσουμε πως ήταν αρθρογράφος σε εφημερίδες και περιοδικά, θεατρικός κριτικός και επιμελητής θεατρικών εκδόσεων και, κυρίως, ιστορικός του νεοελληνικού θεάτρου. Το 1897, γράφει τη διασημότερη, ίσως, κωμωδία του, τα “Μαλλιά Κουβάρια”, που πρωτοπαίχτηκε στο θέατρο “Απόλλων” της Σύρου, τον Νοέμβρη της ίδιας χρονιάς.
Επηρεασμένος βαθύτατα από τους Γάλλους θεατρικούς συγγραφείς που μετέφραζε, υιοθετεί αρκετά στοιχεία από το δημοφιλές είδος του μπουλβάρ και τις αστικές κωμωδίες παρεξηγήσεων. Είναι η εποχή που η Αθήνα αρχίζει να προσελκύει κόσμο και να αποκτά νέο χωροταξικό μέγεθος, γεγονός που ενοχλεί την “αριστοκρατία” της εποχής, που δεν αντέχει την πολυκοσμία. Άλλωστε, οι ασχολίες των ευγενών της εποχής ήταν η ενασχόληση με τα των εργασιών τους και διάφορα ζητήματα πολιτικής για τους άνδρες και για τις γυναίκες – που νυμφεύονταν νεαρές – οι βόλτες στην πόλη, η όποια ενασχόληση με τα του σπιτιού (οδηγίες, δηλαδή, στο υπηρετικό προσωπικό) και η φροντίδα των επισκεπτών τους. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον τοποθετεί τους ήρωές του, ο συγγραφέας μας – την οικία του κύριου και της κυρίας Κουντουπή.
Αυτός, μέλος μιας “πατριωτικής” οργάνωσης, που έχει ως σκοπό να ενώσει την περιοχή της Μακεδονίας με την υπόλοιπη Ελλάδα, δέχεται συχνές επισκέψεις από τον “συντονιστή” Αγησίλαο Τρακαρά, που δεν καλοβλέπει η σύζυγός του, Ευφροσύνη, και η μητέρα της, Ευτυχία, που ζει μαζί με το ζευγάρι. Μη γνωρίζοντας την αλήθεια για τη σχέση των δύο ανδρών, υποψιάζονται πως είναι συνένοχοι σε διασκεδάσεις και περιπέτειες με άλλες γυναίκες, κάτι που τροφοδοτεί συνεχώς η πεθερά του Κώστα Κουντουπή, που ποτέ της δεν κατάλαβε πώς επέλεξε για σύζυγο, η κόρη της, αυτόν τον άνδρα! Όταν η οργάνωση ζητάει από τον Κουντουπή να πάει για δέκα μερες στη Λάρισα, μαζί με τον Αγησίλαο στήνουν μια ιστορία για τυχόν ρευματισμούς του Κώστα, που χρειάζονται λουτρά στην Αιδηψό και, με μια παράλληλη υπόθεση “εθνικής σημασίας”, όπου μια υπνοβάτισσα πνευματίστρια, δίνει “χρησμούς”, αγγίζοντας τρίχες από τα μαλλιά κάποιου, την οποία πρέπει να φέρει εις πέρας ο Κουντουπής.
Στο μεταξύ, στο σπίτι πριν την αναχώρησή του, περνάει ο οικογενειακός φίλος, Κώστας Φουρούσης, που έχει τα “θεματάκια” του, για να τους εξομολογήθει τον έρωτα του για μια άγνωστη που συνάντησε στο Φάληρο και επιθυμεί να την ξαναδεί πάση θυσία και ο επαναπατρισθείς εξ Αιγύπτου, Μενέλαος Λουλάς, κολλητός φίλος του Κουντουπή στα χρόνια της νεότητας και συνοδοιπόρος του σε κάθε είδους ακολασίες, που έχει στείλει για λουτρά τη γυναίκα του στην Αιδηψό, μαζί την ανηψιά του (που συμβαίνει να είναι το κορίτσι που ψάχνει ο Φουρούσης). Όταν ο Λουλάς τού ζητά να παραδώσει μια επιστολή στη σύζυγό του, ο Κουντουπής, καθώς δεν θα βρίσκεται στην Αιδηψο, αποφασίζει να στείλει αντ’αυτού τον συνονόματό του Φουρούση, αφού έχει τη γνώση ότι και τον φίλο του θα βοήθησει και δεν θα κινήσει υποψίες για την πραγματική του “αποστολή”. Όμως, μια ασυνεννοησία με τον Τρακαρά και μια σειρά από συμπτώσεις θα περιπλέξουν την κατάσταση και Κουντουπής θα βρεθεί από “εργάτης” της πατρίδος, κατηγορούμενος για μοιχεία, με δύο προσκλήσεις σε μονομαχία και με μια πεθερά να τον απειλεί, περιχαρής, με διαζύγιο. Την κατάσταση θα περιπλέξει ο πιστός του υπηρέτης, Γιακουμής, που του εξιστορεί όσα συνέβησαν κατά την απουσία του, εμπλουτισμένα με δεισιδαιμονίες και γεγονότα που υποπτεύθηκε ότι συνέβησαν! Τα “Μαλλιά Κουβάρια” θα ξεμπλέξει η επίσκεψη της παρολίγον πέτρας του σκανδάλου, Μασίνγκας Λουλά – συζύγου του Μενέλαου, που με τη βοήθεια του στα πρόθυρα της τρέλας Κουντουπή, θα τακτοποιήσουν όλα τα ζητήματα, λύνοντας όλες τις παρεξηγήσεις!
Θα περιμένε κάποιος πως ένα έργο 126 ετών θα μπορούσε να παιχτεί σήμερα και το κοινό να βρει αναφορές στο τώρα και να γελάσει πολύ; Μάλλον όχι, αλλά στην παράσταση του ΔΗΠΕΘΕ Ρούμελης, συμβαίνει ακριβώς αυτό! Μια εξαιρετική δραματουργική επεξεργασία από τον Νίκο Ορφανό και τον σκηνοθέτη της παράστασης, Τάσο Πυργιέρη, δίνει ρυθμό στο έργο, σκηνές που το χιούμορ ρέει μέσα από πανέξυπνους διαλόγους. Η σκηνοθεσία είναι χάρμα ειδέσθαι, αφού όλοι οι συντελεστές είναι απόλυτα συγχρονισμένοι και βγάζουν μια φοβερή σκηνική χημεία, κάνοντας την παράσταση μια δουλειά συνόλου και όχι ενός, που ακολουθείται από τους υπόλοιπους. Η δουλειά που έχει γίνει στις πρόβες, στην κίνηση και στις φωνές (ναι, έχει και τραγούδι η παράσταση) βγαίνει αβίαστα επί σκηνής, που το υπέροχο σκηνικό – αναπαράσταση του εσωτερικού ενός αρχοντικού της εποχής κλέβει, από την πρώτη ματιά, τις εντυπώσεις.
Ο Νίκος Ορφανός, ως Κώστας Κουντουπής, ερμήνευσε με σπιρτάδα τον ήρωα που ξεκινάει το μπλέξιμο και καταλήγει να είναι κι ο ίδιος θύμα της ιστορίας που δημιούργησε. Η Σοφία Μανωλάκου – Ευφροσύνη Κουντουπή & η Τζίνη Παπαδοπούλου – πεθερά Ευγενία, πάρα πολύ καλές και πρόσφεραν πολύ γέλιο με τις στιχομυθίες και τις αντιδράσεις τους. Ο Γιάννης Δενδρινός, στον ρόλο του υποχόνδριου και λίγο αφελή, Κώστα Φουρούση, ήταν απόλαυση, καθώς μας έκανε να ξεκαρδιστούμε αρκετές στιγμές. Ο Φοίβος Μαρκιανός, ως Αγησίλαος Τρακαράς, ο Δημήτρης Καλαντζής, ως Μενέλαος Λουλάς, και ο Χρήστος Σταθούσης, στον ρόλο του υπηρέτη Γιακουμή, έδεσαν υποδειγματικά με την υπόλοιπη διανομή και συνέβαλαν τα μέγιστα στην επιτυχία – η Λήδα Καπνά, ως Μάσιγκα Λουλά, στο πέρασμά της εδωσε αυτά που απαιτούσε ο ρόλος – κλειδί, που ξεδιαλύνει όλα τα μπερδέματα.
Τα ‘Μαλλιά κουβάρια’ ήταν η πλέον ευχάριστη έκπληξη του φετινού καλοκαιριού, καθώς γνωρίζαμε ελάχιστα για το έργο (αλλά εμπιστευόμασταν τους συντελεστές), το οποίο αποδείχτηκε τελικώς από τις καλύτερες παραστάσεις που έχουμε δει μέχρι στιγμής! Με μια πραγματικά υποδειγματική παρουσίαση, είναι πολύ φρέσκο (κι ας πραγματεύεται ιστορίες πολλών ετών μακριά) και, πέραν του γέλιου που προσφέρει απλόχερα, αφήνει και το κοινωνικό του σχόλιο για τον Έλληνα διαχρονικά, που δεν μαθαίνει και δεν αλλάζει ό,τι κι αν του συμβει…
Περισσότερα εδώ.
Θοδωρής Κ., Ιούλιος 2023
Written by: Sin Radio
©2024 Sin Radio | made with ♥ and ♫ by dinatzv