play_arrow

keyboard_arrow_right

Listeners:

Top listeners:

skip_previous skip_next
00:00 00:00
chevron_left
volume_up
  • play_arrow

    Sin Radio Listen, don't just hear!

ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΗ

Είδαμε την παράσταση ‘The Aliens’ στο Από Μηχανής Θέατρο

today30 Νοεμβρίου, 2023

Φόντο
share close

Στο πίσω μέρος ενός επαρχιακού καφέ, υπάρχει ένας χώρος που έχει δημιουργηθεί για να ξεκουράζεται το προσωπικό στα διαλείμματά του. Εκεί αράζουν δυο ντόπιοι, με την άδεια-ανοχή της αρχισερβιτόρας, παίζουν τη μουσική τους και συζητούν αυτές τις μεγάλες διαλογικές μορφές… διαλόγου που περικλείουν, από το μέλλον και πώς το βλέπουν, μέχρι τι θα κάνουνε τη μέρα του πανηγυριού του χωριού.

Είναι γύρω στα 30, ιδιοφυείς, αλλά κάτι τους κρατάει μακριά από τον “κόσμο”. Θες να είναι που δεν θέλουν να “σκοτώσουν” το παιδί που κρύβουν μέσα τους και να μπουν στη ρουτίνα των “κανονικών” ανθρώπων, θες επειδή δεν υπάρχει κανένα στήριγμα γι’ αυτούς (ορφανός ο ένας και ο άλλος με μια μάνα ηλικιωμένη και στον κόσμο της), θες γιατί δοκίμασαν και απογοητεύτηκαν (φοβερό μαθηματικό μυαλό ο ένας, έπαθε breakdown από την πολύ σκέψη και ο άλλος συγγραφικό ταλέντο από τα λίγα, που δεν μπορεί να αποδεχτεί εύκολα ο μέσος αναγνώστης· οπότε… αδιέξοδο).

Γράφουν τραγούδια για το συγκρότημα που έχει δύο μέλη (τους ίδιους) και τα παίζουν εκεί, χωρίς κοινό, έτσι για το γούστο τους – το συγκρότημα έχει πολλά ονόματα, γιατί δεν μπορούν να καταλήξουν ποιο είναι εκείνο που τους ταιριάζει καλύτερα. Αυτό που αγαπούν κι οι δύο πολύ είναι το “Εξωγήινοι”, ίσως γιατί προσδιορίζει καλύτερα το πώς αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους, σε σχέση με τους άλλους.

Στην παρέα τους θα εισχωρήσει και ο νέος σερβιτόρος του μαγαζιού, που θα τους βρει μια μέρα στο διάλειμμά του και θα αισθανθεί πως υπάρχει μια σύνδεση μ’ αυτούς τους ανθρώπους. Παιδί από μια οικογένεια με αυστηρούς θρησκευτικούς κανόνες, νιώθει να ασφυκτιά και να πνίγεται, καθώς δεν έχει σχεδόν κανέναν φίλο και δεν γνωρίζει τι θέλει να κάνει – να αποδεχτεί ό,τι του επιβάλλει το σπίτι ή να τραβήξει τον δρόμο του. Στο μεταίχμιο αυτό, επιλέγει το τίποτα και μπαίνει σε μια φάση του ζω το σήμερα, με την απλότητα που βλέπει τον κόσμο ένα μικρό παιδί. Εκεί, θα συναντηθούν οι κόσμοι τους και, μέσα από τις κουβέντες τους, την αντι-γιορτή τους, την ώρα του πανηγυριού, και τη συναναστροφή με τους δύο, θα αισθανθεί ότι επιτέλους κάπου ανήκει, ότι υπάρχει κάποιος που μπορεί να επικοινωνεί.

3 αγόρια στα 30, ψάχνουν τον τρόπο που θα τους οδηγήσει στην αγάπη και παράλληλα θα τους επιτρέψει να μη γίνουν σαν όλους αυτούς που δεν αντέχουν. Όσα τους ενώνουν, ταυτόχρονα τους μετατρέπουν και σε αντιπάλους, γιατί δεν θέλουν να προσαρμοστούν, δεν επιθυμούν την προσαρμογή και τη σύνθεση. Συζητάνε μεταξύ τους, εκφωνώντας συνήθως παράλληλους μονολόγους, που, όταν τέμνονται, αισθάνονται πραγματικά ευτυχείς. Όταν ο συγγραφέας της παρέας χαθεί, ο μαθηματικός-μουσικός θα ανακοινώσει το τέλος του στον σερβιτόρο, σε στυλ “έγινε αυτό, προχωράμε παρακάτω”, κρατώντας την άμυνά του με την απόκρυψη κάθε συναισθήματος, σε αντίθεση με το άλλο αγόρι, που δεν μπορεί να λειτουργήσει με αυτόν τον τρόπο και οι πληροφορίες τον μπλοκαρουν συνολικά και τον οδηγούν σε προφανή αμηχανία.

Έχοντας βιώσει την πρώτη του μεγάλη ήττα στη ζωή, ο εναπομείνας “εξωγήινος” θα δοκιμάσει διάφορες μεθόδους διαχείρισης, όμως όλο του το ψυχολογικό φορτίο, σε συνδυασμό με την ανεμελή φαρμακευτική αγωγή, που κατ’επιλογή λαμβάνει, θα τον οδηγήσουν σε μια απόφαση φυγής προς άγνωστη κατεύθυνση, όπου το μόνο δεδομένο είναι και η δική του καταστροφή. Ο τρίτος της συντροφιάς, που μένει πίσω, είναι προς το παρόν ζωντανός, θα συνεχίσει να εργάζεται στο άθλιο καφε, θα ψάχνει τι πήγε λάθος με εκείνο το κορίτσι κι αν τελικά έπρεπε να φύγει τότε και για άγνωστο χρονικό διάστημα θα επιβιώνει – θα είναι ποτέ ευτυχισμένος ή θα βρει εκείνη την αγάπη που έψαχναν οι τρεις στις συζητήσεις τους; Μάλλον όχι και υποσυνείδητα το γνωρίζει… άρα ζωντανός μεν, κατεστραμμένος επίσης δε. Αποστολή εξετελέσθη, τα παράσιτα εκκαθαρίστηκαν, ο κόσμος μπορεί να κοιμάται πιο ήσυχος τώρα…

Το έργο έχει τον χαρακτήρα μιας κατάμαυρης κωμωδίας, με πολλές στιγμές που γελάς από αυτά που λέγονται επί σκηνής. Παράλληλα, καταθέτει πάρα πολλά μηνύματα για τα αδιέξοδα των ανθρώπων στις σύγχρονες κοινωνίες, που αισθάνονται ότι καταπιέζονται να αφομοιωθούν σε μια παραγωγική διαδικασία και σε έναν “καθωσπρέπει” τρόπο ζωης, που επιθυμεί να εξαφανίσει οτιδήποτε τους διαφοροποιεί από τους υπόλοιπους, μεταμορφώνοντάς τους σε κοινές μετριότητες. Αυτό είναι που καταπιέζει τους ήρωες του έργου – έχουν ικανότητες, είναι πανέξυπνοι, όμως κάποιοι θέλουν να τους υπαγορεύσουν πώς θα χειριστούν τις δεξιότητές τους. Κάτω από αυτήν την πίεση, θα “σπάσουν” όλοι, σε διαφορετικές χρονικές στιγμές, και θα χαθούν, αφού δεν θα μπορέσουν να βρουν κάποια βαλβίδα απασφάλισης ή μια εναλλακτική οδό διαφυγής. Το πνεύμα του Τσαρλς Μπουκόφσκι, που, από το όμοτιτλο ποίημά του, πήρε τον τίτλο και το έργο βρίσκεται διάχυτο παντού και πίσω από την όποια χαρωπή διάθεση μπορεί να υπάρχει, καιροφυλακτεί η απώλεια και η συντριβή.

Το βλέμμα του θεατή κερδίζει με την είσοδο του κοινού στην αίθουσα, το σκηνικό. Ρεαλιστικότατο και με αρκετές πινελιές που κερδίζουν ανθρώπους σαν εμένα που έχουν μια λατρεία σε ό,τι έχει σχέση με ήχο και gadgets! Ερμηνευτικά, ο “τυφώνας” Γιάννης Βασιλώττος, που έχει και τη μουσική επιμέλεια της παράστασης, είναι αυτός που κερδίζει τις εντυπώσεις, καθώς βρίσκεται την περισσότερη ώρα επί σκηνής και είναι και ο κεντρικός ήρωας. Ο Αναστάσης Γεωργούλας πάρα πολύ καλός, ως συνεσταλμένο αγόρι-σερβοτόρος, που ψάχνει τον δρόμο του στο νέο περιβάλλον που έχει ενταχθεί και ο Μιχάλης Πανάδης, που σκηνοθετεί την παράσταση, μας κέρδισε με τον βαθύτατα συναισθηματικό και ταυτόχρονα σε απόγνωση, λόγω ματαιοπονίας, Χρήστο του.

Σκηνοθετικά, ακολούθησε το κείμενο και έστησε μια παράσταση με παρεΐστικο πνεύμα, τονίζοντας ταυτόχρονα τα προσωπικά χαρακτηριστικά του κάθε ήρωα, ώστε να γίνει αντιληπτό στο κοινό, με την πάροδο του χρόνου, το αδιέξοδο που μοιραία ο καθένας θα βρισκόταν, δεδομένου πως δεν υπήρχει καμία διάθεση μετακίνησης από τα πιστεύω τους ή συμβιβασμού. Παράλληλα, μας έκανε μάρτυρες της αγωνίας των τριών προσώπων να μη χάσουν τον συναισθηματικό τους κόσμο, τον οποίο επιμελώς ως άμυνα κρατάνε κρυμμένο ακόμα κι από τη συντροφιά τους… απόροια του τρόπου που όλη αυτή η γενιά μεγαλώνει – πρωτεύον είναι να γίνεις κάτι σημαντικό, χωρίς να γνωρίζει κανείς ποιος πραγματικά είσαι, αλλά να βλέπει τη μάσκα που κάθε φορά επιλέγεις… οι τρεις φίλοι δεν φοράνε τίποτα στα καθαρά τους πρόσωπα, όμως δεν γνωρίζουν πώς να επικοινωνήσουν ουσιαστικά μεταξύ τους, κάτι που μεγαλώνει τη τραγικότητά τους.

Η παράσταση, στην πάνω σκηνή στο Από Μηχανής Θέατρο, είναι μια από τις ωραίες που έχω δει μέχρι τώρα – αισθητικά, σκηνοθετικά και νοηματικά. Με προβλημάτισε, με γοήτευσε και ίσως με ξεβόλεψε κάπως, αφού μου έδειξε έναν κόσμο απ’ όλους αυτούς τους παράλληλους, που συνυπάρχουν με τον προσωπικό μου, και ίσως κάποια στιγμή έχω βιαστεί να κρίνω ή να καταδικάσω, χωρίς να τον γνωρίζω… πώς αυτό μπορεί με κάνει να αισθάνομαι καλύτερος από εκείνους που ψέγω για αντίστοιχες συμπεριφορές;

Περισσότερα εδώ.

Θοδωρής Κ., Νοέμβριος 2023

Συντάχθηκε από: Sin Radio

Sin Radio