Sin Radio Listen, don't just hear!
O Λάκης, από το Παντελής, βρίσκεται στο πατρικό του σπίτι στο χωριό, ζητώντας να βρει λίγη ηρεμία, ώστε να δουλέψει η αγωγή που του έγραψε ο γιατρός για την κατάθλιψή του. Το περιβάλλον μοιάζει ιδανικό, καθώς όλα του θυμίζουν τα παιδικά του χρόνια, που δεν είχε έννοιες και η ζωή φάνταζε υπέροχη!
Τώρα, όμως, ενήλικος γαρ, με οικογένεια και ευθύνες, όλα έχουν αλλάξει και η ευαίσθητη ψυχολογία του, με όσα τον απασχολούν, έγινε βορά της κατάθλιψης και ο ίδιος νιώθει χαμένος και ζητά απαντήσεις, γι’αυτό και επέλεξε την ηρεμία του σπιτιού στο χωριό. Είναι κάπως απόμερο, οπότε δεν θα τον ενοχλήσει κανείς, αλλά κι αν πάθει κάτι πώς θα το μάθουν οι άλλοι;
Με τέτοια διλήμματα, κάνει μια βουτιά στο παρελθόν για να βρει την άκρη του μήτου και ίσως την έξοδο από τον λαβύρινθο που βρίσκεται.
Τον ενοχλεί το μικρό του στόμα και τα βάζει με τα γονίδια και την κληρονομικότητα που πήρε από τη μητέρα του – στις φωτογραφίες βλέπει ξεκάθαρα πως έχουν το ίδιο μικρό στόμα.
Ψάχνει μια ιδανική μεριά για να κλείσει για λίγο τα μάτια του και να ησυχάσει από τις σκέψεις του, αλλά μια μύγα έχει αναλάβει να μην τον αφήσει να κάνει ούτε αυτό! Βρίσκεται, λοιπόν, κλεισμένος σε ένα χωριατόσπιτο με συντροφιά ένα έντομο και πρέπει να τακτοποιήσει τις σκέψεις του και να προσπαθήσει, για μια φορά στη ζωή του, να δει το ποτήρι μισογεμάτο.
Δίνει στη μύγα όνομα και την ορίζει συνομιλητή του και της μιλάει για όσα σκέφτεται. Ο μονόλογός του (δεν θα του απάντησει ποτέ το έντομο!) ξεκινάει ως μια περιγραφή του ίδιου και σιγά σιγά σχηματοποιείται σε μια καταγγελία για αυτό που ορίζεται ως φυσιολογικό και πρέπον, σε αντιδιαστολή με το πώς αντιμετωπίζονται όσοι δεν επιλέγουν να μπουν σε όλα αυτά τα “κουστουμάκια”.
Αναγορεύει εαυτόν ως έναν ιδιότυπο επαναστάτη και αντιρρησία, που ο κόσμος, επειδή έχει μια διαφορετική προσέγγιση για τα πράγματα, τον βάφτισε καταθλιπτικό και τον υποχρέωσε να παίρνει χάπια, που θα τον “θεραπεύσουν”. Τα λόγια του όντως έχουν μια διαφορετική θεώρηση της ζωής και τα αντεπιχειρήματά του έχουν μια μεγάλη δόση λογικοφάνειας. Η μόνη του έννοια όλη αυτή την ώρα είναι να μη φύγει η μύγα και χαθεί ο μοναδικός του ακροατής, αυτός που τον βοηθάει να τα βγάλει από μέσα του όσα τον απασχολούν. Καταλήγει, μέσα από αυτόν τον ιδιότυπο διάλογο, στο συμπέρασμα πως η επιλογή του να είναι αδρανής και μην αντιδρά στα ερεθίσματα της καθημερινότητας, είναι η μια πολύ σωστή επιλογή και αυτό που συμβαίνει ανελλιπώς οι άλλοι δεν μπορούν να το καταλάβουν, άρα εκείνοι έχουν το πρόβλημα. Ένα, όμως, συμβάν θα του ακυρώσει όλα όσα μέχρι στιγμής “πέτυχε” και θα τον επαναφέρει στο σημείο που ξεκίνησε…
Παρακολουθώντας την παράσταση, στην αρχή της, έχεις την αίσθηση ότι έχεις να κάνεις με κάποιον που έχει πολλά ζητήματα να λύσει· αργότερα, που “γνωρίζεστε” καλύτερα, διαπιστώνεις πως αρκετά από όσα λέει τα αντιμετωπίζεις πολλές φορές κι εσύ – αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά σας: εσύ προσπαθείς να τα αντιμετωπίσεις!
Ο καταθλιπτικός ήρωάς μας αντικατοπτρίζει ένα μεγάλο κομμάτι συνανθρώπων μας στις σύγχρονες κοινωνίες. Κινείται και σκέφτεται αργά, κάνει επαναλαμβανόμενες κινήσεις, που τις περισσότερες φορές δεν εξυπηρετούν σε κάτι και βρίσκεται σε μια κατάσταση που τα αδιέξοδα δεν είναι υπαρκτά, αλλά προϊόντα της διάθεσης και των διάφορων παλαιότερων εμπειρίων ή τραυμάτων που δεν φρόντισε ποτέ να “διευθετήσει” μέσα του. Είναι, παράλληλα, και γοητευτικός, γιατί διαθέτει ένα ιδιαίτερα σαρκαστικό χιούμορ, μια αιρετική προσέγγιση σε όσα συμβαίνουν, που δεν μπορείς να την απορρίψεις ολοκληρωτικά και μια γλώσσα, αγοραία μεν, που λέει πολλά πράγματα με το ονομά τους, όμως!
Καταλήγεις να συμπαθείς αυτόν τον τύπο και φεύγοντας να σκέφτεσαι “πάλι καλά που δεν έχω φτάσει σε τέτοιο χάλι, άρα έχω ελπίδες να τα καταφέρω!”
Η Νατάσα Παπαμιχαήλ σκηνοθετεί το κείμενο της Λένας Κιτσοπούλου, με τόλμη, καθώς προβαίνει σε σκηνικές προσθήκες που επιτείνουν τη θεατρικότητα (φυσική παρουσία της μύγας) και ταυτόχρονα μετατοπίζει τον ήρωα από το κρεβάτι του, μέσα στον χώρο του δωματίου, όπου κινείται διαρκώς με παράλληλη έντονη εκφραστικότητα στη φωνή και το πρόσωπο. Όλα αυτά λειτουργούν ιδεατά στην παράσταση και η αίσθηση του κοινού είναι πως εναρμονίζονται πλήρως στο πνεύμα του αρχικού διηγήματος.
Ο Αλέξανδρος Τσώτσης συνεργάζεται άψογα μαζί της και μας παραδίδει μια δυναμική ερμηνεία του καταθλιπτικού ήρωα, με εντάσεις και εναλλαγή διαθέσεων, περνώντας από το δράμα στον σαρκασμό και όλα αυτά μέσα από μια μεταβαλλόμενη κίνηση και φοβερή εκφραστικότητα στο πρόσωπο. Κατάφερε να κάνει το κοινό, σε 90 λεπτά, να γελάσει με τον ήρωά του, αλλά και να στεναχωρηθεί και αυτό, πέραν του ταλέντου, δείχνει και πολλή προσήλωση στη δουλειά στις πρόβες.
Ο σκηνικός χώρος πολύ λειτουργικός και παρέπεμπε άμεσα σε ένα σπίτι στο χωριό. Πολύ ωραίος ο σχεδιασμός των φωτισμών, που “έδενε” με την ψυχολογική κατάσταση του ήρωα σε κάθε σκηνή. Το μόνο που με προβλημάτισε ήταν στο κείμενο, στην αρχή της παράστασης, η εμμονή με τα ανατομικά χαρακτηριστικά – το βρήκα ως διάρκεια λίγο μεγάλο και χωρίς προφανή λόγο, και η ένσταση αφορά αποκλειστικά στο κείμενο, με την απορία αν θα μπορούσε η σκηνοθέτις να περικόψει κάτι από όλη αυτή τη σκηνή.
“Ο Κατάθλας” στο Olvio είναι μια παράσταση που εύκολα κάποιος, που δεν έχει γνώση του προσωπικού στίγματος της Λένας Κιτσοπούλου, μπορεί να παρακολουθήσει και να κάνει με αυτήν την εισαγωγή του σε αυτό – διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά του έργου της, αυθεντική έκφραση, δυναμισμό, αντισυμβατική προσέγγιση των θεμάτων και μια γλυκόπικρη γεύση που σου μένει στο στόμα, μετά το τέλος της παράστασης.
Προσφέρει πολύ υλικό για σκέψη, για τον τρόπο που ζούμε και αντιμετωπίζουμε τις καταστάσεις, το πόσο τελικά μας “καταπίνουν” τα προβλήματα και τα πρέπει, και έχει έναν εξαιρετικό πρωταγωνιστή επί σκηνής, σκηνοθετημένο με ευφυΐα. Το πολύ θετικό που προσωπικά κράτησα, είναι πως αποφεύγει να γίνει διδακτική ούτε προσφέρει κάποια “λύση”, αλλά σε αφήνει να διαχειριστείς, όπως καταλαβαίνεις, όση πληροφορία συνέλεξες.
Περισσότερα εδώ.
Θοδωρής Κ., Νοέμβριος 2024
Written by: Sin Radio
©2025 Sin Radio | made with ♥ and ♫ by dinatzv