play_arrow

keyboard_arrow_right

Listeners:

Top listeners:

skip_previous skip_next
00:00 00:00
chevron_left
volume_up
  • play_arrow

    Sin Radio Listen, don't just hear!

ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΗ

Είδαμε την παράσταση ‘Ο Μπογιατζής’ στο Θέατρο Αυλαία

today4 Νοεμβρίου, 2024

Φόντο
share close

Έλα να σου φτιάξω λίγο μια εικόνα..

Φαντάσου έναν άνδρα γύρω στα 50, καλοστεκούμενο και μάλλον εμφανίσιμο.

Η ζωή δεν του έχει φερθεί και τόσο καλά, αφού το όνερό του να γίνει ηθοποιός δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ και στην προσωπική του ζωή, άστα, άλλο δράμα κι εκεί… η γυναίκα που παντρεύτηκε και έκανε παιδί μαζί της, λίγο καιρό μετά, συνειδητοποίησε πως δεν την έλκυαν οι άνδρες, αλλά οι γυναίκες και τον χώρισε και παντρεύτηκε μια άλλη γυναίκα που γνώρισε σε εκείνη τον αληθινό έρωτα!

Με αυτά και με εκείνα, ο Walter (ο περί ου ο λόγος) δουλεύει ως τεχνίτης οικιακών εργασιών, κοινώς μπογιατζής, σε μια μεγάλη εταιρεία του Λονδίνου, μιας και δεν βρήκε τίποτα καλύτερο για τα προς το ζην.

Μια μέρα, ο συνάδελφός του, Sam, του ζητάει να πάει στη θέση του, σε ένα διαμέρισμα, που έχει αφήσει κάποιες τελευταίες εκκρεμότητες, καθώς είναι άρρωστος, κι αν δεν ολοκληρωθεί στο χρονοδιάγραμμα που έδωσε το γραφείο, η δουλειά, θα υπάρξει πρόβλημα.

Πραγματικά, ο ήρωάς μας ενημερώνει την εταιρεία και παίρνει τα κλειδιά του (υποτιθέμενου) χωρίς κατοίκους, για λίγο ακόμη, διαμερίσματος για να ολοκληρώσει τις εργασίες.

Εκεί, όμως, πέφτει πάνω στη Marcia, τη σύζυγο του πάμπλουτου ιδιοκτήτη του σπιτιού, την ώρα που βγαίνει από το μπάνιο της!

Προσπαθώντας να καταλάβει γιατί εκείνη βρίσκεται εκεί, ενώ το πρόγραμμα έλεγε ότι θα επέστρεφε το απόγευμα, και παράλληλα να εξηγήσει γιατί είναι αυτός εκεί και όχι ο τεχνίτης που συμφώνησαν, δημιουργείται μια ιδιαζόντως αστεία κατάσταση μεταξύ των δύο, που φέρνει την οικοδέσποινα στα όριά της και απειλεί να τον καταγγείλει στον εργοδότη του!

Η άφιξη, όμως, της Jane, που γνωρίζει ότι η Marcia έχει κρυφό δεσμό με τον άνδρα της, φέρνει πολλούς μπελάδες στην άτακτη σύζυγο, αφού ούτε λίγο ούτε πολύ, η απατημένη την απειλεί πως θα αποκαλύψει τη διπλή ζωή της, στον σύζυγό της, μόλις επιστρέψει από το ταξίδι του!

Η Marcia, φυσικά, δεν θέλει να αποκαλυφθεί τίποτα και καίγεται να βρει κάποιον να υποδυθεί για λίγο τον σύζυγό της και βρίσκει τη λύση στο πρόσωπο του αθώου μπογιατζή – ο Walter, που πάντα ήθελε να παίξει έναν “μεγάλο” ρόλο, ακούει την πρότασή της, αλλά διστάζει μέχρι τη στιγμή που του υπόσχεται μια πολύ μεγάλη αμοιβή, αν τη βοηθήσει.

Φοράει, λοιπόν, τα ρούχα του συζύγου και δέχεται το εντατικό φροντιστήριο της Marcia, ώστε η απατημένη Jane να ξεσπάσει τον θυμό της και τα πράγματα να επανέλθουν, χωρίς παρενέργειες, στη νόρμα τους. Φυσικά, ο μπογιατζής δεν διαθέτει κανένα υποκριτικό ταλέντο και επιπλέον βλέπει σαν μια οντισιόν για την καριέρα που έχασε, την όλη ιστορία, οπότε οι οιωνοί για την κατάληξη αυτού δεν είναι κι οι καλύτεροι…

Όταν έρχεται η Jane και της συστήνεται ως ο σύζυγος της Marcia, αντιμετωπίζει το εξής πρόβλημα… η νεαρή κυρία είναι πιο όμορφη απ’ όσο τη φανταζόταν και έχει κατά νου να ξεπληρώσει με το ίδιο νόμισμα τη Marcia! Με δεδομένο ότι η ερωτική του ζωή, τα τελευταία Χ χρόνια, είναι αντικείμενο προς αναζήτηση, δεν τα καταφέρνει να αντισταθεί και υποκύπτει!

Η απατημένη, μέχρι πριν λίγο, Jane υπερηφανεύεται για την πράξη της στη Marcia και παράλληλα απορεί πώς είναι δυνατόν να απατήσει μια γυναίκα έναν τέτοιον εραστή!

Η Marcia, με τη σειρά της, σκέφτεται πως είχε μια τέτοια ευκαιρία όλη μέρα και την έχασε, και αποκαλύπτει στη Jane την αλήθεια, η οποία ως τρισευτυχισμένη δεν δίνει καμία σημασία.

Στο τέλος της μέρας, ο αθώος μπογιατζής που πήγε να πάρει ένα μεροκάματο, βρίσκεται εν μέσω δύο εκστασιασμένων κυριών, που φορούν μόνο τις πετσέτες τους και τον θέλουν σαν κολασμένες – τι θα κάνει έτσι που τα κατάφερε τώρα;;;;

Ο Donald Churchill, συγγραφέας του έργου, με αφετηρία μια ιστορία απιστίας και εκδίκησης, στήνει μια κωμωδία καταστάσεων, με ήρωα έναν απλό άνθρωπο, που οι καταστάσεις που καλείται να αντιμετωπίσει, όχι απλώς ξεπερνάνε τις δυνατότητές του, αλλά ούτε καν μπορεί ποτέ να τις είχε ονειρευτεί!

Ο Αλέξανδρος Λιακόπουλος παίρνει το έργο στη μετάφραση του Γιάννη Αργυρούδη, που έχει κρατήσει όλη τη “βρετανίλα” του και χωρίς να προσπαθήσει να περάσει κάποια πιο “ελληνικά” στοιχεία που θα το κάνουν πιο φιλικό στο κοινό, σκηνοθετεί μια παράσταση (δωματίου στην ουσία), με πίστη πάνω στο πνεύμα του κειμένου και παραδίδει μια εύπεπτη και διασκεδαστική δημιουργία, ό,τι πρέπει δηλαδή για χαλαρή διασκέδαση Σαββατοκύριακου, μετά τη φρίκη και τη σαπίλα της εβδομάδας που έζησες – ομολογώ ότι δεν περίμενα το εγγλέζικο φλεγματικό χιούμορ του κειμένου να περάσει τόσο εύκολα στην πλατεία.

Αν μου βγει το μικρόβιο του σκηνοθέτη, που φωλιάζει μέσα μου, θα πω μόνο αυτό – θα ήθελα κομμάτια από την “τρέλα” που έχουν οι ηρωίδες που κάνουν δύο κοπέλες να τη δω μέσα από κάποιο άλλο εκφραστικό μέσο και όχι με φωνή, που είναι το σιγουράκι ότι θα προκαλέσει γέλιο (ακόμη κι αν έτσι το γράφει ο συγγραφέας· εκεί ίσως να άλλαζα κάτι).

Ερμηνευτικά, για τον Γιώργη (Κοντοπόδη) ο ρόλος του Walter είναι “μια ακόμη μέρα στη δουλειά”. Η άνεση που μπαίνει σε τέτοιους κωμικούς ρόλους ειναι χαρακτηριστική και, αν κάποια στιγμή δούμε κάτι διαφορετικό από εκείνον, θα πρέπει να ψαχτούμε αν είναι άρρωστος ή ματιασμένος!

Με έναν τέτοιο συμπρωταγωνιστή, είναι φυσικό να δώσουν το 100% και οι δύο νεαρές ηθοποιοί, Δανάη Καλοπήτα (Marcia) και Ιωάννα Μαρμάρου (Jane), που ενσαρκώνουν τις ηρωίδες του έργου, που η παρουσία τους επί σκηνής ήταν αρκετά ευχάριστη έκπληξη, καθώς τη Δανάη την έχουμε δει σε διαφορετικούς εντελώς ρόλους, μέχρι στιγμής, ενώ την Ιωάννα την βλέπαμε πρώτη φορά.

Στα λοιπά της παράστασης (φώτα, μουσική) δεν μας ξύνισε κάτι, οπότε όλα λειτουργούν καλώς!

Αν με ρωτήσεις να σου πω με την απόλυτη ειλικρίνεια τη γνώμη μου για την παράσταση, θα το κάνω:

“Eίναι μια κλασική βρετανική κωμωδία, στο πνεύμα αντίστοιχων έργων που παίζονταν συχνά παλιότερα στην πόλη, με θεματολογία το κέρατο και το πώς το διαχειρίζεται αυτός που το τρώει και ο άλλος που το ρίχνει, που ομολογουμένως διαχρονικά πουλάει στον κόσμο. Η παρουσία ενός τρίτου προσώπου που υποτίθεται ότι θα δώσει λύση στην υπόθεση, αλλά ως του αναμενόμενου, μπλέκει την κατάσταση ακόμη περισσότερο, είναι πανέξυπνα δοσμένη, την υποψιάζεσαι είναι η αλήθεια, ενώ βλέπεις, αλλά δεν σε χαλάει κιόλας, αφού η υπόθεση έχει τόσο ωραία ροή.

Δεν είναι επουδενί προκλητικό το έργο, όπως κάπου είδα, καθώς δεν δείχνει απολύτως τίποτα (σε διαφημίσεις ή στον δρόμο θα δεις περισσότερα!) και, αν είχα παιδιά, δεν θα τα έπαιρνα μαζί μου σε παραστάσεις που η θεματολογία τους αφορά σχέσεις ενηλίκων, οπότε, ναι δεν είναι για μικρές ηλικίες.

Παρακολουθώντας την θα περάσεις υπέροχα, θα γελάσεις και, το σημαντικότερο, δεν θα χρειαστείς την επόμενη να σκέφτεσαι, τι λόγο είχε μια παύση ή μια ανάσα ή μια ατάκα· μιλάμε για ανόθευτη-καθαρή-ελαφριά κωμωδία, που σε διασκεδάζει, χωρίς να σε ‘ταλαιπωρεί’, οπότε γι’ αυτόν και μόνο τον λόγο αξίζει να πας γιατί πήξαμε, ρε φίλε, στην κουλτούρα και τα υψηλά νοήματα και χάσαμε τα απλά, αυτά που γίνονται μόνο για να γελάσει ο κοσμάκης.

Και τέλος, θα έχεις την ευκαιρία να ξαναδείς τον Κοντοπόδη σε κωμικό ρόλο (που, παρόλο που δεν τους πολυθέλει, τον θέλουν αυτοί) και δύο εξαιρετικά νεαρά κορίτσια να τα δίνουν όλα στη σκηνή, σε μια πολύ καλή σκηνοθεσία, μιας παράστασης που θα νιώσεις ότι σέβεται απόλυτα το αντίτιμο για το εισιτήριο που πλήρωσες.

Αν τώρα όλα αυτά σου φαίνονται λίγα και έχεις να προτείνεις κάτι καλύτερο, με αυτά τα χαρακτηριστικά και την προϋπόθεση να περάσουμε ένα αμέριμνο Σαββατόβραδο, είμαι όλος αυτιά να σε ακούσω!”

Περισσότερα εδώ.

Θοδωρής Κ., Οκτώβριος 2024

Written by: Sin Radio

Sin Radio
0%