Sin Radio Listen, don't just hear!
“Στο σπίτι δεν μιλάμε μεταξύ μας, όπως κάνει δηλαδή μια μέση ελληνική οικογένεια”, μας λέει ο Αλέξανδρος, ένας από τους χαρακτήρες του έργου.
Πικρή αλήθεια για τις οικογένειες γενικότερα και όχι αποκλειστικά για τις εν Ελλάδι.
Οι λόγοι προφανείς – οι γονείς ανατρέφουν τα παιδιά τους σε μια συνθήκη “προστασίας”, όπου οτιδήποτε έχει αναφορά σε κάτι που συνέβη στο παρελθόν και τους σημάδεψε, αποκρύπτεται και μπαίνει κάτω από το χαλάκι. Αν στραβώσει κάτι και γίνει άρση του σκεπάσματος, και κατά συνέπεια αποκάλυψη, τότε αρχίζουν τα όργανα…
Οπότε, η μέριμνα πολλών γονέων είναι να μη μάθουν ποτέ τίποτα τα παιδιά τους,
α) για να μη στεναχωρηθούν
β) να μη χαλάσει η εικόνα του “άτρωτου” που έχουν επιμελώς χτίσει
γ) γιατί, τι αφορούν τώρα τα παλιά;
δ) για όλα τα παραπάνω
και συνέπεια όλης αυτής της διαχείρισης, συνολικά, είναι να δημιουργούνται θέματα επικοινωνίας με τον κόσμο και να υπάρχουν αντικειμενικές δυσκολίες στον χειρισμό κάποιων δύσκολων καταστάσεων.
Στο σπίτι της Φλώρας και του Μάρκου, η ζωή ακολουθεί τη συνηθισμένη ρουτίνα της – αυτός με την κόρη τους, Λίλυ, στο ανθοπωλείο της οικογένειας και εκείνη στο σπίτι, να ασχολείται με τα οικιακά και να μην απασχολεί με πολλά το κεφάλι της, καθώς βρίσκεται σε μια βαριά αγωγή, λόγω κατάθλιψης. Το καρέ συμπληρώνει ο γιος τους, Αλέξανδρος, που εργάζεται πλέον ως αρχιτέκτονας σε μια μεγάλη κατασκευαστική εταιρεία.
Οι μέρες περνούν, χωρίς να αλλάζει κάτι – ο Μάρκος, μετά τη δουλειά, θα επιστρέψει σπίτι και θα γκρινιάξει για την ανοιχτή τηλεόραση, ο Αλέξανδρος θα φάει στο πόδι και ελάχιστα, προτού βγει για άγνωστο προορισμό, και η Λίλυ… πού βρίσκεται αυτή άραγε; Η Λίλυ είναι “αόρατη” για τη μητέρα της και δέχεται την αυξανόμενη κρτική της για κάθε επιλογή και μόνο οι δύο άνδρες την υποστηρίζουν, εν μέρει, αποδίδοντας το όλον στην ψυχολογική κατάσταση της Φλώρας.
Η Φλώρα επικοινωνεί με τον έξω κόσμο, μαθαίνοντας νέα από τα δύο αγόρια του σπιτιού και μια γειτόνισσα-πελάτισσα του μαγαζιού. Είναι εγκλωβισμένη στο σπίτι και η όλη της στάση μαρτυρά πως κάτι πολύ σοβαρό κρύβει και την ενοχλεί, και δεν της επιτρέπει να βελτιώσει την υγεία της, δημιουργώντας διαρκώς αχρείαστες εντάσεις.
Κρυψίνους είναι και ο Μάρκος, που, σε ένα πρόσφατο check up, έμαθε ότι βρίσκεται στην αρχή μιας νευροεκφυλιστικής ασθένειας (Νόσος Αλτσχάιμερ) και πρέπει να αρχίσει ειδική αγωγή, κάτι που δεν φανερώνει στους δικούς του, και φυσικά ο Αλέξανδρος που δεν έχει αποκαλύψει στην οικογένεια, πλην της αδερφής του, τη σεξουαλική του ταυτότητα.
Στην ήσυχη οικογενειακή λίμνη θα πέσει ο Πέτρος και θα δημιουργήσει αναταράξεις – παιδί μιας γνωστής της Φλώρας, που οι μοίρες τους συνδέθηκαν με σκληρό τρόπο, πριν πολλά χρόνια, θα επισκεφθεί το ανθοπωλείο για να γνωρίσει αυτούς τους ανθρώπους που η μητέρα του άλλαξε τις ζωές τους. Δεν έχει σκοπό να προκαλέσει, απλά θέλει να εκφράσει την προσωπική του συμπόνοια και αποδοκιμασία για τις πράξεις της μητέρας του. Η πρώτη συνάντηση με τον Μάρκο στο ανθοπωλείο δεν θα πάει καθόλου καλά, καθώς δεν υπάρχει διάθεση διαλόγου. Στη δεύτερή του απόπειρα, θα συναντήσει τη Λίλυ και τα πράγματα θα περιπλακούν αρκετά, καθώς οι δυο τους σύντομα θα γίνουν ζευγάρι, χωρίς να γνωρίζουν οι γονείς της ποιος είναι ο σύντροφός της.
Το βράδυ που θα τους συναντήσει για πρώτη φορά, ο Μάρκος, σε μια έκλαμψη διαύγειας, θα ανοίξει το κουτί της Πανδώρας, αποκαλύπτοντας όλα τα μυστικά από το παρελθόν, κάτι που θα προκαλέσει, πέρα απο το προφανές σοκ και εντάσεις, και το coming out του Αλέξανδρου στους γονείς του. Σε αυτήν τη συνθήκη, ο Μάρκος θα προσπαθήσει να κρατήσει τις ισορροπίες, προτάσσοντας τη λογική, ενώ η Φλώρα θα απελευθερώσει όσα κρατούσε μέσα της, ενώ παράλληλα θα επιδιώξει να αναλάβει ρόλο εκκαθαριστή και αναπρογραμματιστή της ζωής όλων, πράγμα που θα φέρει την οικογένεια σκορπισμένη στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Η λύση θα δοθεί από τον συνήθη “ύποπτο” Μάρκο, που χρόνια τώρα είχε αυτόν τον ρόλο, αλλά με έναν εντελώς νέο και διαφορετικό τρόπο…
Πολλά τα θέματα που διαπραγματεύεται το έργο – από τις δυσλειτουργίες της οικογένειας, που μαζοχιστικά συντηρούμε στο όνομα μιας παράδοσης, που ανάθεμα κι αν ξέρουμε τι ακριβώς επιτάσσει, τη σκληρότητα του πολέμου και αυτά που μπορεί να συμβούν ακούσια-εκούσια και να καταστρέψουν πολλά περισσότερα από όσα φαίνονται, ειδικά αν οι εμπλεκόμενοι δεν βρίσκουν τη δύναμη να προχωρήσουν με υγεία στην επόμενη μέρα, τα διάφορα σύνδρομα των ανθρώπων και τις σχέσεις που διαμορφώνονται κάτω από διάφορες συνθήκες.
Όλα αυτά παρουσιάζονται μέσα από ένα κείμενο σύγχρονο, με μια ρέουσα απλή γλώσσα, καθημερινή, και μυούν τον θεατή σε μια θεατρική εμπειρία πολύ γλυκιά, πλήρη, όμως, μηνυμάτων και ερωτημάτων. “Υπεύθυνη” για αυτό είναι η Ηρώ Κισσανδράκη, που έγραψε και σκηνοθέτησε την παράσταση. Επιλέγοντας δωρικές σκηνοθετικές “γραμμές” και σε συνδυασμό με τη μουσική και τον “ημιφωτισμό”, δημιουργεί μια ατμόσφαιρα, όπου η ιστορία προχωράει, ενώ σου περνάει το μήνυμα πως κάτι σημαντικό έρχεται, χωρίς όμως να σου δημιουργεί αγωνία ή προσμονή, πετυχαίνοντας τη διαστολή του χρόνου και την αίσθηση ότι παρακολούθησες κάτι πολύ μεγαλύτερο χρονικά από τα 90′ που διαρκεί η παράσταση, ενώ παράλληλα έχεις την ευτυχία που έζησες μια τέτοια εμπειρία.
Πέραν αυτών, στην παράσταση κρατάει και τον ρόλο της Φλώρας – είχα, από τα πρώτα λεπτά, για την ηρωίδα της την αίσθηση πως κάτι πολύ πιο βαρύ από τη διαγνωσμένη κατάθλιψη συμβαίνει και με τρόμαξε αρκετά, όταν, μετά το ντόμινο των αποκαλύψεων, είδα επί σκηνής κάτι που ιδιοσυγκρασιακά με απωθεί, αλλά δυστυχώς χρειάστηκε να το αντιμετωπίσω κι εγώ στη ζωή μου κάποτε…
Ο Λευτέρης Βασιλάκης, στον ρόλο του Μάρκου, ήταν άκρως εκφραστικός και συγκινητικός, ειδικά στις τελευταίες σκηνές, που η νόσος ήταν αισθητά παρούσα, ο Μάνος Τσούτης, ως Αλέξανδρος, αντιστοίχως πάρα πολύ καλός, η Μαρία Δαμασιώτη φοβερή ως Λίλυ (και θυμήθηκα ότι την έχουμε πρωτοδεί το 2017 στο ΙΜΚ, ως Αντιγόνη, στην παράσταση που σκηνοθέτησε η Βάνα Πεφάνη) και ο Γιάννης Σκαμπαλιάς, παρότι μας φάνηκε κομματάκι αμήχανος, ήταν μια χαρά ως Πέτρος.
Το ‘Λέμονγκρας’, στο Θέατρο 104, συστήνεται ως ένα έργο που οι ήρωες δίνουν μάχη με το εγώ τους και τις συνέπειες αυτού – εγώ είδα μια παράσταση που οι συμμετέχοντες αναζητούν την αλήθεια τους, από αυτούς κάποιοι προσπαθούν να καταλάβουν τι έχει συμβεί λάθος στις ζωές τους, χωρίς να κάνουν το απλό, δηλαδή να κοιτάξουν πρώτα στον καθρέφτη τους, ενώ άλλοι δεν αντιλαμβάνονται τον λόγο που πρέπει να είναι υπόλογοι για πράγματα, που ούτε έχουν εμπλοκή ούτε επιδιώξαν τη συμμετοχή τους (δικοί μου άνθρωποι!).
Παρουσιάζει καταστάσεις πολύ γνώριμες σε αρκετούς από εμάς, χωρίς να τις ωραιοποιεί ή να τις κρίνει και σου φυτεύει με τις εξελίξεις, λίγο πριν το τέλος, το ερώτημα για το αν διορθώνουμε κάτι λάθος με κάτι που αντικειμενικά είναι χειρότερο, που μοιραία τη δεδομένη στιγμή δείχνει κατά έναν λογικά παράλογο τρόπο ως μια ιδανική λύση – αν πρέπει να απαντήσω, θα πω πως δομικά είμαι υπέρ του διαλόγου και της προσπάθειας να βρίσκεται λύση με ψυχραιμία, διαφορετικά ο καλύτερος τρόπος είναι οι αποστάσεις. Στην περίπτωση της παράστασης, είχα την απορία με το τέλος της: “γνωρίζουν τα παιδιά ότι ο Μάρκος έδωσε τη λύση στα ζητήματά τους ή πιστεύουν ότι έγινε κάτι άλλο; Κι αν γνωρίζουν την αλήθεια, πώς μπορούν και δεν τους ενοχλεί; Aν δεν γνωρίζουν, θα ήταν καλό να μάθουν κάποτε;”
Προσωπικά, δεν θα ήθελα να γνωρίζω, γιατί κάποιες φορές σε τέτοια γεγονότα, η άγνοια προστατεύει… πέραν τούτου, η επιλογή να διαλέξουμε για θεατρική έξοδο τη συγκεκριμένη παράσταση, ένα από τα πιο κρύα Σαββατόβραδα, αποδείχτηκε εξαιρετική, καθώς μας “ζέστανε” με έναν τέτοιο τρόπο που δεν θα μπορούσαμε εκ προοιμίου να είχαμε φανταστεί!
Περισσότερα εδώ.
Θοδωρής Κ., Φεβρουάριος 2025
Written by: Sin Radio
©2025 Sin Radio | made with ♥ and ♫ by dinatzv