play_arrow

keyboard_arrow_right

Listeners:

Top listeners:

skip_previous skip_next
00:00 00:00
chevron_left
volume_up
  • play_arrow

    Sin Radio Listen, don't just hear!

ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΗ

Είδαμε την παράσταση ‘Η Ράβδος’ στο Θέατρο Οδού Κυκλάδων ‘Λευτέρης Βογιατζής’

today5 Νοεμβρίου, 2025

Φόντο
share close

Ένας καθηγητής, σε μια μικρή πόλη της Αγγλίας, οδεύει προς τη συνταξιοδότησή του και το σχολείο, με τη βοήθεια της συζύγου, ετοιμάζουν μια γιορτή για να τον τιμήσουν. Το κλίμα, όμως, χαλάει από μια μεγάλη ομάδα οργισμένων μαθητών, που βρίσκονται τις τελευταίες μέρες έξω από το σπίτι του, με ιδιαίτερα απειλητικές διαθέσεις – εκτοξεύουν αντικείμενα και μάλιστα έχουν σπάσει το παράθυρο του σαλονιού, που το ζευγάρι έχει κλείσει πρόχειρα με σανίδες. Στο σαλόνι αυτό, η σύζυγος Μορίν είναι σε αναμονή της άφιξης του Διευθυντή, καθώς δεν μπορούν να διαχειριστούν την κατάσταση και επιπροσθέτως για να ζητήσει κάποιες εξηγήσεις για όλο αυτό που συμβαίνει έξω από το σπίτι “του πιο αγαπητού καθηγητή στην ιστορία του σχολείου”.

Όταν το κουδούνι χτυπά, με έκπληξη διαπιστώνει πως στην πόρτα στέκεται η κόρη τους, Άννα. Οι σχέσεις τους είναι διαταραγμένες εδώ και καιρό, όμως εκείνη βρίσκεται εκεί, καθώς θέλει να παραδώσει στον πατέρα της, Έντουαρντ, μια χειροποίητη κάρτα που έφτιαξαν τα παιδιά της για τα γενέθλιά του. Κι εκείνη εργάζεται στο εκπαιδευτικό σύστημα – σε μια “ακαδημία” που σκοπό έχει να “προγραμματίζει” τους μαθητές για την αγορά εργασίας, με δόγμα το “μάτια μπροστά”, που επιβάλλεται στα παιδιά, στη λογική του να μην αποσπώνται σε πράγματα εκτός μάθησης… Ο Έντουαρντ σιχαίνεται όσο τίποτα τον φορέα αυτό και τις ιδέες του, όμως είναι υποχρεωμένος να απαντήσει σε μια έκθεση που συνέταξαν κάποιοι επιθεωρητές του, σε μια πρόσφατη επίσκεψή τους στο σχολείο, όπου, ούτε λίγο ούτε πολύ, το βρήκαν αναχρονιστικό και ακατάλληλο! Η Άννα, γνωριζοντας τι έχει ειπωθεί, προσφέρεται -με μια κίνηση καλής θελήσεως- και προτείνει στον πατέρα της να τον βοηθήσει στη σύνταξη του κειμένου, καθώς, ως μέλος της ακαδημίας, έχει τη γνώση για τον χειρισμό τέτοιων εκθέσεων.

Στη διάρκεια της συζήτησης περί της εκθέσεως και της γιορτής, η Άννα βρίσκει την ευκαιρία και υπενθυμίζει στον πατέρα της γεγονότα από το παρελθόν του, που η επικαιροποίησή τους θα μπορούσε να δικαιολογήσει τη συσσωρευμένη οργή των νεαρών μαθητών. Η Μορίν, επίσης εκπαιδευτικός, σπεύδει να δικαιολογήσει συμπεριφορές και καταστάσεις, πίσω από το προπέτασμα της θέσης του υποδιευθυντή, που κατείχε ο σύζυγός της, και τον “υποχρέωνε” να εφαρμόζει τη σωματική τιμωρία στους απείθαρχους μαθητές. Μάλιστα, ο Έντουαρντ, για να υπερασπιστεί το εν λόγω “μέτρο”, επιβεβαιώνει στην κόρη του πως, πριν κάθε τιμωρία, ενημερώνονταν τηλεφωνικά οι κηδεμόνες του παραβάτη και έδιναν τη συγκατάθεσή τους! Και για να υποστηρίξει την αλήθεια των λόγων του, φανερώνει ένα σημειωματαριο, όπου έχει καταγεγραμμένα όλα τα ονόματα των αγοριών που “τιμώρησε”, με ειδικές επισημάνσεις σε όσους ελάχιστους δεν είχε δοθεί γονική συναίνεση, πιθανόν γιατί δεν τους είχαν εντοπίσει, όταν τους κάλεσαν… Από αυτό το σημείο και μετά, η πλοκή παίρνει μια άγρια τροπή, όταν η Ράβδος της τιμωρίας αποκαλύπτεται ότι βρίσκεται όλα τα χρόνια, από την ημέρα που καταργήθηκε το εν λόγω “μέτρο” μέχρι σήμερα, φυλαγμένη στο πατάρι του σπιτιού, προστατευμένη ως ένα σπάνιο τρόπαιο από τον Έντουαρντ. Πιάνοντάς τη ξανά στα χέρια του, αναπολεί τις παλιές στιγμές μεγαλείου, όταν ήταν ο φόβος κι ο τρόμος για τους μαθητές, ενώ δεν διστάζει να βαυκαλιστεί, διηγούμενος στις δύο γυναίκες την απαράμιλλη τεχνική χτυπημάτων που είχε εξελίξει…

Η Άννα, που έχει έρθει με σκοπό διαφορετικό από αυτόν που ευαγγελιζόταν, καταστρέφει “σχολική περιουσία” και την απάντηση στην έκθεση, και αμέσως μετά προκαλεί τον πατέρα της να την τιμωρήσει, με τον ίδιο τρόπο που έκανε στους απείθαρχους μαθητές. Τα σαδιστικά ένστικτα του Έντουαρντ αφυπνίζονται και το πράττει, υπογράφοντας ταυτόχρονα την καταδίκη του, αφού η κόρη του, με υψωμένο το ματωμένο χέρι της, ανοίγει διάπλατα την πόρτα στο αφηνιασμένο πλήθος…

“Η Ράβδος” είναι ένα σκληρό έργο, που μιλάει ανοιχτά για τη γενεσιουργό αιτία της βίας και τη μετεξέλιξή της από γενιά σε γενιά. Ο Εντουαρντ, κακοποιημένος ως παιδί από τον πατέρα του, επιλέγει να μη χτυπά την κόρη του, αλλά να της ασκεί ψυχολογική βία, υπερτονίζοντας την ασημαντότητα του γυναικείου φύλλου έναντι του αντρικού, κάτι που ωθεί το παιδί σε μια οργή, με αποκορύφωμα την απόπειρα επίθεσης εναντίον του με ένα τσεκούρι… Τα αρρωστημένα πατριαρχικά του πιστεύω έχει επιβάλλει και στη γυναίκα του, Μορίν, η οποία ζει σε μια συνθήκη αρρωστημένης κανονικότητας, που επηρεάζει κάθε έκφρασή της. Η Άννα έχει ξεκινήσει να συσσωρεύει μίσος από την τρυφερή παιδική της ηλικία και, καθώς μεγαλώνει, κάθε της απόφαση γίνεται στόχος κακοπροαίρετης κριτικής και απαξίας από τους γονείς της, μέχρι που φτάνει στο σημείο μηδέν, όπου, συναισθηματικά τυφλή, το μόνο που επιδιώκει είναι η εκδίκηση.

Αν εξετάσουμε και τα εκπαιδευτικά ζητήματα που θίγονται μέσα από το έργο, θα παρατηρήσουμε κι εδώ μια κλιμάκωση – ο πατέρας ήταν μέρος ενός συστήματος κακοποίησης και εκφοβισμού, που δεν το έφτιαξε ο ίδιος και ίσως να μην συμφωνούσε μαζί του, αλλά, όταν του δόθηκε η δυνατότητα να μπει βαθιά μέσα του, έγινε ένας ιδανικός εκτελεστής των εντολών του και σταδιακά άρχισε να απολαμβάνει σαδιστικά όσα του προσέφερε η θέση του και, στην έτερη όψη του νομίσματος, η κόρη που εμφανίζεται ως τιμητής των απανταχού θυμάτων των πρότερων παιδαγωγικών μεθόδων, είναι μέρος ενός ακόμη πιο βίαιου συστήματος, που, ενώ μιλάει για την ευτυχία των μαθητών και τη σπουδή στα αιτηματά τους, στην πραγματικότητα τους προετοιμάζει ως φρέσκο κρεας για τη μηχανή του κιμά, που χρησιμοποιούν με τον μανδύα της “εργασίας”, οι χορηγοί του. Η βία, σε κάθε της μορφή, φέρνει βία και τις περισσότερες φορές μεταλλαγμένη, ώστε να μην είναι τόσο εμφανής.

Το δίπολο πατέρα-κόρης, ερμηνεύμενο από τον Άρη Λεμπεσόπουλο και τη Γρηγορία Μεθενίτη, κράταει διαρκώς το κοινό μέσα στην ένταση του έργου και η μητέρα Μορίν, της Τατιάνας Παπαμόσχου, χρωματίζει και φωτίζει την ιστορία, με μικρές, αλλά σημαντικές λεπτομέρειες, κάθε φορά, ώστε να αντιληφθούμε στον μέγιστο βαθμό, το μέγεθος της αρρώστιας που βασίλευε σε εκείνο το σπίτι, ώστε να μην μας ξενίζει τίποτα από τα δρώμενα επί σκηνής. Και οι τρεις δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους, σε ένα ομολογουμένως δύσκολο κείμενο, με πολλές και γρήγορες αλλαγές, σε φωνή και συναίσθημα.

Ο Άρης Λεμπεσόπουλος γοητεύει σκηνικά ως Έντουαρντ, αναδεικνύοντας την κατακερματισμένη προσωπικότητα του ήρωα, ένα συνοθύλευμα σαδισμού, σκληρότητας, μισογυνισμού, βεβαρημένης συνείδησης και ταυτόχρονα αμετανόητου. Η Τατιάνα Παπαμόσχου στέκεται δίπλα του, αποδίδοντας με απλότητα την αφοσιωμένη σύντροφο και άκαρδη μάνα, που, για πολλές από τις συμπεριφορές απέναντι στο παιδί της, μπορούμε να ανιχνεύσουμε μια λανθάνουσα ζήλεια, αλλά για την εκλογίκευση που επιχειρεί σε ακραία πραγματα που έχουν συμβεί παρουσία της, δεν υπάρχει ελαφρυντικό. Η Γρηγορία Μεθενίτη είναι εξαιρετική στον ρόλο της κόρης – βγάζει με χαρακτηριστική άνεση όλα τα στοιχεία του χαρακτήρα της ηρωίδας της. Προκαλεί την τοξικότητα του πατέρα της, ώστε να τον παγιδεύσει μέσα στον ίδιο το παιχνίδι του και στη συνέχεια τον χτυπάει με ό,τι διαθέτει, χωρίς να δικαιολογεί, μέσα από τα λόγια της, την πηγή του συσσωρευμένου θυμού, επιτυγχάνοντας να βρεθεί στην κορυφή της πυραμίδας, από άποψης αντιπάθειας των ηρώων, καθώς η κορύφωση των συναισθημάτων την οδηγεί σε ακραίες ενέργειες. Η σκηνοθετική γραμμή του Γιώργου Σκεύα είναι η προσήλωση στο κείμενο, χωρίς τίποτα παραπάνω. Χτίζει τους χαρακτήρες, μέσα από τονικότητες, βλέμματα, παύσεις και εκφράσεις, ακόμη και κινήσεις που δείχνουν ανεπαίσθητες, αλλά είναι μελετημένες, μέσα έναν “σπαρτιάτικό” σκηνικό χώρο, που επίσης επιμελήθηκε.

Το έργο έχει ένα χαρακτηριστικό που σπάνια συναντάμε – δεν διαθέτει ούτε έναν θετικό ήρωα! Διαθέτει, όμως, μια πληθώρα μηνυμάτων άλλων, που μεταδίδονται με τη θέαση της παράστασης και άλλων που προκύπτουν, αφού την ξαναεπεξεργαστείς – από αυτά, εκείνο που κράτησα ήταν το υπόγειο σχόλιο του συγγραφέα για την κουλτούρα ακύρωσης κάθε τι παλαιού, από μια νέα “ηγεσία”, ως φορέα συστηματικής βίας και καταπάτησης ατομικών δικαιώματων, η οποία φέρνει, υπό τον μανδύα της συνεκτίμησης και της προόδου, κάτι που αντικειμενικά είναι πολύ πιο ζοφερό απο μια σωματική τιμωρία… Σίγουρα είναι μία από τις καλύτερες παραστάσεις που έχω ευτυχήσει να παρακολουθήσω μέχρι σήμερα!

Περισσότερα εδώ.

Θοδωρής Κ., Οκτώβριος 2025

Συντάχθηκε από: Sin Radio