play_arrow

keyboard_arrow_right

Listeners:

Top listeners:

skip_previous skip_next
00:00 00:00
chevron_left
volume_up
  • play_arrow

    Sin Radio Listen, don't just hear!

ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΗ

Είδαμε την παράσταση ‘Βατράχια’ στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου

today6 Αυγούστου, 2023

Φόντο
share close

Στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, τα φώτα χαμηλώνουν και οι θεατές στο κοίλον σιωπούν. Μόνο το φεγγάρι στέλνει το φως του και αντανακλάται στον «καθρέφτη» που καλύπτει το δάπεδο της Ορχήστρας. Ένας τεράστιος υφασμάτινος μπόγος, με βάρη διάφορα, δεμένα με χοντρά σχοινιά, στέκει στην άκρη. Και μέσα στην απόλυτη ησυχία, βαθιά μέσα από το δάσος, δυο μικροπωλητές πλησιάζουν, διαλαλώντας την πραμάτεια τους…

-Καστανόχωμαααα…

-Μιμόοοοζες…

-Άααανθη…

-Τριανταφυλλιέεεες…

-Λάσπεςςς…

-Σκουλήηηηκια…

-Άαααανθη…

-Χώμα και φυτάααα…

-Floweeeers…

Είναι ο Διόνυσος και ο Ξανθίας. Το αφεντικό και «το δούλο». Ψάχνουν την είσοδο για τον Κάτω Κόσμο, μιας και είναι πολλά τα βάρη που φέρουν και δεν είναι μόνο τα υπάρχοντά τους, που τα κουβαλάει ο Ξανθίας, αφού φέρουν το βάρος από την κατάντια της πόλης των Αθηνών.

Είναι κοντά στη λήξη του Πελοποννησιακού πολέμου, το 405 π.Χ., όταν η Αθήνα βιώνει μια από τις πλέον δυστοπικές περιόδους της, μιας και το ήθος, οι αρχές και οι αξίες δεν διδάσκονται πλέον. Δυσεύρετες, εξαφανισμένες έννοιες. Η κατάρρευση του κοινωνικοπολιτικού συστήματος αποτελεί γεγονός.

Η αναγέννηση επιβεβλημένη και μόνο ένας άνθρωπος του Πνεύματος, ένας Ποιητής, μπορεί να την επιφέρει.

Ο Αριστοφάνης, με εμφανώς ειρωνική και σαρκαστική διάθεση, γράφει τους «Βατράχους» του, τονίζοντας την αναγκαιότητα της αναγέννησης του κόσμου. Αναζητά τον σωτήρα του κόσμου και ο ιδανικότερος αναζητητής της αλήθειας, όχι κάποιος χυδαίος άνδρας της πολιτικής, αλλά ο Θεός Διόνυσος. Διότι μόνο ένας Θεός, και μάλιστα Ποιητής, μπορεί να αναμετρηθεί με την καταστροφή.

Ο Θεός Διόνυσος, πατέρας της μυσταγωγίας, του θεάτρου, της ποίησης και των μύθων, σε έναν ρόλο πότε Θεού, πότε ημίθεου και πότε θνητού, μεταμφιεσμένος ως Ηρακλής, μαζί με τον πιστό του Ξανθία, εν μέσω παρεξηγήσεων και ανατροπών, κατέρχονται στον Κάτω Κόσμο, με στόχο να φέρουν πίσω στη Γη, τον τραγικό Ποιητή Ευριπίδη, με την ελπίδα ότι και μόνο ένας σπόρος αναγέννησης μπορεί να αναμετρηθεί με την καταβαράθρωση του κόσμου και τελικά να τον σώσει.

Κι έτσι, ο Θεός Διόνυσος, μεταμφιεσμένος ως Ηρακλής, μαζί με τον θνητό, το δούλο Ξανθία, αποφασίζουν να ξεκινήσουν για το μεγάλο ταξίδι. Εν μέσω κρωξιμάτων, ψαλμωδιών και παρεξηγήσεων, από την Αχερουσία λίμνη, αρχίζει η κάθοδός τους στον Άδη. Το ταξίδι μακρύ κι επίπονο, μιας και ο Διόνυσος και ο Ξανθίας, επιχειρούν επί της ουσίας μία κατάδυση στα άδυτα της ανθρώπινης ύπαρξης, ακολουθώντας το βέλος μέχρι τέλους. Θεός και θνητός πολλές φορές θα αλλάξουν ρόλους, με στόχο την αποφυγή των κακοτοπιών, ενώ οι ανατροπές διαδέχονται η μια την άλλη.

-Αφεντικό, πάμε πίσω…

-Πού πίσω;

-Εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε…

-Από εκεί ερχόμαστε…

-Ναι, να γυρίσουμε πίσω…

-Συμφωνήσαμε να προχωρήσουμε…

-Δεν συμφωνήσαμε. Εσύ το αποφάσισες…

-Σε ρώτησα…

-Με ρώτησες. Σου απάντησα; Δεν σου απάντησα…

-Πήρα τη σιωπή σου ως απάντηση και προχωρήσαμε…

-Ωραία τώρα σου ζητάω να σταματήσουμε και να γυρίσουμε πίσω…

-Είναι αργά πια… τώρα έχουμε ήδη προχωρήσει αρκετά…

Κι έτσι, εν μέσω των ιδιαιτέρως ενοχλητικών κρωξίματων των βατράχων, περνούν την Αχερουσία λίμνη, το σύνορο με τον Κάτω Κόσμο, όπου τους υποδέχονται ο κλειδούχος του Άδη, Αιακός, έξαλλος μετά τον θάνατο του σκύλου του, Κέρβερου, ο Χάρωντας, οι Μύστες, ενώ ακούγονται ψαλμωδίες και διάλογοι που εμπεριέχουν παρηχήσεις και λέξεις που επαναλαμβάνονται, καθώς και αριθμούς και λανθασμένες αριθμητικές πράξεις. Δυο κόσμοι που μιλούν διαφορετικές γλώσσες.

Φτάνοντας στον προορισμό τους, αρχίζει η «μάχη» για την επικράτηση του καλύτερου Ποιητή, η οποία θα δοθεί μεταξύ του Ευριπίδη και του Αισχύλου. Μια «μάχη» αμφίρροπη μεταξύ των τραγικών, ενώ όταν ο Διόνυσος, σκαρφαλωμένος επάνω στον τεράστιο μπόγο, σταδιακά τον απογυμνώσει από τα βάρη που φέρει, μια κατακόκκινη παλλόμενη καρδιά θα εμφανιστεί, για να αφυπνίσει τον κόσμο. Γιατί ο κόσμος έχει την ανάγκη μιας καρδιάς… μιας ανακαινισμένης καρδιάς, όπως λέει ο Διόνυσος, ο οποίος ξαφνιάζει με την απόφασή του, όταν τελικά επιλέγει να πάρει μαζί του τον Αισχύλο, αφήνοντας πίσω τον πιστό του, Ξανθία.

Το έργο του Αριστοφάνη «Βάτραχοι» ανεβαίνει το 406 π.Χ., στα Λήναια (γιορτή προς τιμή του Διονύσου) και αποσπά το πρώτο βραβείο, κερδίζοντας κριτικούς και κοινό για την ιδιότυπη αναζήτηση, την αντιπαράθεση των δύο κορυφαίων κριτικών και τη φιλοσοφική προσέγγιση του θέματος, μέσω της κωμωδίας. Στη σύγχρονη Ελλάδα, για πρώτη φορά, οι «Βάτραχοι», ανέβηκαν το 1959, στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολωμού.

Σήμερα, η Έφη Μπίρμπα και ο μεταφραστής Κωνσταντίνος Μπλάθρας, μετασκευάζουν τον λόγο του Αριστοφάνη και, μαζί με τον Άρη Σερβετάλη, διασκευάζουν το κείμενο. Κειμενικές μικρές επεμβάσεις – παρεμβάσεις παρατηρήθηκαν, αν και ο αρχικός Αριστοφανικός λόγος επί της ουσίας δεν άλλαξε. Άλλαξε, όμως, η προσέγγισή του και η ανάγνωσή του με μια νέα οπτική. Το κωμικό στοιχείο, σε πολλά σημεία, αντιστράφηκε, έγινε δραματικό, έτσι ώστε να τονιστούν τα κακώς κείμενα. Αναφορές σε πολιτικά πρόσωπα της περιόδου εκείνης αφαιρέθηκαν, η κωμική στιγμή στη «μάχη» του Ευριπίδη και του Αισχύλου, μεταλλάχτηκε, μιας και οι τραγικοί ποιητές απήγγειλαν αποσπάσματα από τις τραγωδίες τους, «Βάκχες» και «Ορέστεια», ενώ στο τέλος ο Ξανθίας μένει προδομένος πίσω στον Άδη, συμβολίζοντας τη θυσία ή την αδυναμία του θνητού για ανάσταση.

Κι έτσι, οι «Βάτραχοι» αποδίδονται ως «Βατράχια, μια κωμωδία με dna τραγωδίας», όπου σε ένα μεταφυσικό επίπεδο αναζητείται ο λόγος της ύπαρξης, η συνύπαρξη, η αξία της τέχνης, οι ηθικές αρχές και οι αξίες και η λυγμική παράσταση εξελίσσεται σε μια εξπρεσιονιστική παράσταση, γεμάτη ένταση, πάθος και σωματική έκφραση.

22

Μέσα σε ένα μυσταγωγικό περιβάλλον, ο Άρης Σερβετάλης, ως Διόνυσος και ο Μιχάλης Σαράντης, ως Ξανθίας, με την έντονη σωματική τους ερμηνεία, ενσαρκώνουν με δυναμισμό, αλλά και ευαισθησία, τους ρόλους τους. Εκφραστικοί, γοητευτικοί, κινούνται από το δασύλλιο μέχρι περιμετρικά της Ορχήστρας κι από την κορφή του μπόγου, μέχρι τον Κάτω Κόσμο, άλλοτε επικοινωνιακοί και συναλλασσόμενοι με το κοινό και άλλοτε βαθιά εσωστρεφείς, εκφράζοντας με την άρτια υποκριτική τους δεξιοτεχνία την πολυπλοκότητα των χαρακτήρων. Μεταλλάσσονται, αλλάζοντας διαρκώς ρόλους, ενώ η κωμική τους δεινότητα τούς δίνει τη μέγιστη ελευθερία στην ερμηνεία του δραματικού ρόλου. Ισορροπία της κωμικότητας με την τραγική διάσταση, όσο οι χαρακτήρες του Θεού Διονύσου και του Ξανθία αναδύονται μέσα από τη σωματική τους γλώσσα και στο ημίφως της σκηνής οι σκιές τους, όπως αντανακλώνται στο δάπεδο-καθρέφτη, δημιουργούν εντυπωσιακές εικόνες. Αλληλοσυμπληρώνονται, έχουν χημεία, ενώ η υποκριτική τους οξυδέρκεια, καταχειροκροτείται.

Ο Έκτορας Λιάτσος (Ηρακλής – Ευριπίδης) συνεργάζεται αρμονικά με τον Αργύρη Ξάφη (Αιακός – Αισχύλος), σε ρόλους διπλούς και απαιτητικούς, ενώ με τη μεταμφίεσή τους, ως Ευριπίδης και Αισχύλος, θυμίζουν, σε ένα συμβολικό επίπεδο, τον Σαίξπηρ και τον Μολιέρο.

Ο Μιχάλης Θεοφάνους (ο οποίος σχεδίασε και την έξοχη κίνηση όλων των ηθοποιών, με προεξέχουσες την κατάβαση στον Άδη, την αέρινη κίνηση των Πλαθάνων και τα σκαρφαλώματα όλων στον υφασμάτινο μπόγο), στον ρόλο του Χάρωντα και η Μαίρη Μηνά, η Ηλέκτρα Νικολούζου, η Αλεξάνδρα Καζάζου, η Νάνσυ Μπούκλη και ο Κυριάκος Σαλής, με υψηλή αισθητική, ως ένα σώμα, ερμηνεύουν τους ρόλους των Πλαθάνων, των Μυστών και των Ακολούθων του Αιακού, ενώ οι χορικές ερμηνείες της ομάδας, είτε κατά μόνας είτε συνολικά, χαρακτηρίζονται από συντονισμό, αποτελώντας ένα ονειρικό – ποιητικό Αριστοφανικό σύμπαν.

Τα κοστούμια και η σκηνογραφία, δημιουργήματα της Έφης Μπίρμπα και της Βασιλείας Ροζάνα, κερδίζουν το ενδιαφέρον του κοινού, ενώ ενισχύουν τη θεατρικότητα της παράστασης. Ο τεράστιος μπόγος, ο δεμένος με τα χοντρά σχοινιά, δεσπόζει στην άκρη της Ορχήστρας, τα δε κρινολίνα τους, επιτρέπουν τις γυναίκες του Χορού, ως Πλαθάνες, να κινούνται αέρινα, σαν να αιωρούνται πάνω στο νερό της λίμνης. Το δάπεδο όλης της Ορχήστρας, της Αχερουσίας λίμνης δηλαδή, καλυμμένο με «καθρέφτες», όπου γίνεται ένα διαρκές καθρέφτισμα, θαρρείς του Πάνω με τον Κάτω Κόσμο.

Η ηλεκτρονική μουσική του Constantine Skourlis, δημιουργεί συναισθήματα ανάλογα με τη στιγμή του μύθου, ενώ οι φωτισμοί του Γιώργου Καρβέλα, ενισχύουν τη μυσταγωγία. Υποβλητικός φωτισμός, όπου προβολείς δεν φωτίζουν διόλου τα πρόσωπα, ενώ στο σχεδόν σκοτάδι, γίνεται ένα παιχνίδι στο ημίφως, όπου τονίζονται οι σκιές και οι αντανακλάσεις στον «καθρέφτη», ενώ εσωτερικά στην κοιλότητα, στις όχθες της λίμνης, κρυμμένα φώτα και κάποια στιγμή, στο απόλυτο σκοτάδι, ένα κόκκινο φωτόσπαθο, να δείχνει τον δρόμο.

«Βατράχια». Μια παράσταση με απόλυτο σεβασμό στον χώρο και στην τέχνη γενικότερα, που, εικαστικά και υποκριτικά, δεν αφήνει κανέναν αδιάφορο.

Μια παράσταση όπου αποδομείται η κωμωδία, ενώ ενισχύεται το φιλοσοφικό και μεταφυσικό σύμπαν του Αριστοφάνη, δίνοντας την ευκαιρία στους θεατές να αναστοχαστούν πάνω σε σημαντικά θέματα ύπαρξης. Μια παράσταση που απευθύνεται σε όποιον έχει διάθεση να ακούσει κι ένα ταξίδι στον Άδη, που αφορά όλον τον κόσμο, κι όταν αυτός ο παλιός ο κόσμος κηδευτεί, τότε η ανάσταση του νέου, από ουτοπία θα γίνει πραγματικότητα.

Και εν τέλει, μέσα στο μυστήριο της υπόστασης έγκειται το μυστήριο της κοινωνίας. Κι όποιος μπορέσει και επιλύσει αυτό το μυστήριο, τότε θα έχει λύσει και το μυστήριο της κοινωνίας. Και τότε ίσως, να μην έχει θέση καμιά το ερώτημα: Πώς να σώσεις μια χώρα που ούτε τον ήλιο θέλει ούτε στον ίσκιο βολεύεται;

Περισσότερα εδώ.

Έλενα Χατζοπούλου, Ιούλιος 2023

Written by: Sin Radio

Σχόλια σε άρθρα (0)

Αφήστε ένα σχόλιο

Το email σας δεν θα δημοσιευθεί. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Sin Radio
0%