play_arrow

keyboard_arrow_right

Listeners:

Top listeners:

skip_previous skip_next
00:00 00:00
chevron_left
volume_up
  • play_arrow

    Sin Radio Listen, don't just hear!

ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΗ

Είδαμε την παράσταση ‘Ulster American’ στο θέατρο Αθηνά

today11 Ιανουαρίου, 2024

Φόντο

Πόσο συχνά συμβαίνει μια παράσταση να παίζεται στην Αθήνα και ταυτόχρονα στο Λονδίνο; Και ταυτόχρονα να είναι ένα καινούργιο έργο (μόλις 5 ετών), που μιλάει για αυτήν την politically correctίλα που μας έχει κατακλύσει από παντού και, στο όνομα μιας πολύ ιδιαίτερης αισθητικά ηθικής, επιθυμεί να φέρει μια νέου τύπου λογοκρισία, ώστε να μην ενοχλείται κανείς από όσους οφείλει να ενοχλεί η τέχνη, με τον μανδύα των “δικαιωμάτων”.

Το Ulster American παίζεται ταυτόχρονα αυτήν τη στιγμή στο Riverside Studios του Λονδίνου (Woody Harrelson, Andy Serkis και Louisa Harland, η διανομή) και στο θέατρο Αθηνά (Ορέστης Τζιόβας, Κώστας Νικούλι, Γιούλη Τσαγκαράκη, ο καθ’ημάς θίασος). Το Ulster του τίτλου είναι μια από τέσσερις περιφέρειες που χωρίζεται η Ιρλανδία και στο μεγαλύτερο μέρος της βρίσκεται στο βόρειο μέρος που είναι προσαρτημένο στην Αγγλία και είναι ο τόπος καταγωγής του Τζέι, ενός βραβευμένου με Όσκαρ Αμερικανού ηθοποιού, που αποφασίζει να επιστρέψει στα πάτρια εδάφη λίγο μετά το Brexit, αποδεχόμενος την πρόταση ενός θεάτρου, να είναι ο πρωταγωνιστής στη νέα του παραγωγή.

Εμείς, θα βρεθούμε κυριολεκτικά πίσω από την κουίντα, μάλλον σε ένα θέατρο υπό διαμόρφωση, όπου δίνεται το ραντεβού γνωριμίας του Τζέι με τον σκηνοθέτη του έργου, Λη (έναν gay φιλόδοξο νεαρό άνδρα), και τη Ρουθ, τη συγγραφέα του. Ο Τζέι μπαίνει στον χώρο με την στόφα και την άνεση της βράβευσης και την έπαρση που τη συνοδεύει, για να συναντήσει έναν Λη, που βλέπει στο πρόσωπό του τη μεγάλη ευκαιρία να ακουστεί το όνομά του και να καθιερωθεί στον χώρο.  Ο νέος σκηνοθέτης θα μπει αμέσως στον ρόλο του υποτακτικού, ακούγοντας την ακατάσχετη φλυαρία του Τζέι, για την ορθή χρήση των λέξεων και το πόσο λάθος είναι όταν αποκαλούνται σήμερα άνθρωποι, με χαρακτηρισμούς παλιότερων εποχών. Προβάλλοντας εντέχνως τον απέραντο εγωισμό του (κάτω από την προβιά ενός συνεσταλμένου εργάτη της τέχνης), ο Τζέι θα προκαλέσει γέλιο με την απίστευτη ημιμάθειά του και τα τερτίπια που μεταχειρίζεται για να γίνει αρεστός, υποσχόμενος στον Λη ότι θα φροντίσει η παράσταση να ταξιδέψει και στην Αμερική και θα την προτείνει μάλιστα σε διάσημους σκηνοθέτες φίλους του! (μα, Ταραντίνο; Είναι εντελώς ασόβαρος;)

Ο εκστασιασμένος Λη, από το λαχείο που του κλήρωσε η τύχη, θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να γίνει ευχάριστος στον Αμερικανό ηθοποιό, φτάνωντας σε σημεία απίστευτα γελοίας δουλικότητας, αφού έχει αποφασίσει να υποτάξει τα θέλω σε όποιον του υποσχεθεί πως θα τον τραβήξει μαζί του στην κορυφή. Την όλη ατμόσφαιρα έρχεται να διαλύσει η δυναμική Ρουθ, μια Βορειοϊρλανδή που ζει στο Λονδίνο, που φτάνει καθυστερημένη, εξαιτίας ενός ατυχηματος που είχε η μητέρα της και συμπτωματικά τυχαίνει την ώρα που οι δύο συζητάνε για κάτι που θεωρητικά δεν θα έπρεπε να έχει ακούσει… Θα ακολουθήσει ένα πατρονάρισμα από τους δύο άνδρες και ένα “χάιδεμα”, με σκοπό τον εξευμενισμό της, αλλα η στάση του Τζέι, που εμφανώς δείχνει ότι κάνει αγγαρεία, δεν βοηθάει και μάλλον προετοιμάζει τα χειρότερα που έπονται…

Με αφετηρία κάποιες ασυμφωνίες πάνω στο κείμενο της παράστασης (o “αντιστασιακός” χαρακτήρας του έργου δεν υπάρχει και η Ρουθ δηλώνει Βρετανίδα και όχι Ιρλανδή!) και με ήδη το έδαφος προλειασμένο, οι τρεις τους δεν θα αργήσουν να αποκαλύψουν τους πραγματικούς τους χαρακτήρες, πετώντας “στα σκουπίδια” όσα καλαίσθητα περί φεμινισμού, δικαιωμάτων και υποστήριξης, δημιουργώντας μια εκρηκτική επί σκηνής συνεύρεση. Ο Τζέι προσπαθεί να “βγάλει” ένα “τραμπικό” πρόσωπο αδιαλλαξίας, αλλα δεν έχει καθόλου τα προσόντα και φαίνεται απόλυτα αστείος προσπαθώντας το· ο Λη πάλι αμφισβητεί πολλά από τα λεγόμενα της Ρουθ, πατώντας στην άποψη ότι οι Βορειοϊρλανδοίι δεν πρέπει να θεωρούνται Βρετανοί (πολύ δημοφιλές στο νησί αυτό) και συνεχίζει να την απαξιώνει με κάθε τρόπο, ευελπιστώντας πως έτσι θα κρατήσει στην παράσταση τον Τζέι, που έχει ήδη αρχίσει να σκέφτεται την έξοδο, αλλα παράλληλα φρικάρει, όταν ο Αμερικανός ξεπερνάει κι αυτός τα όρια, μιλώντας στη Ρουθ και βρίσκεται σε μια εξίσου αστεία φάση, στην οποία προσπαθεί να ισορροπήσει σε δύο βάρκες, συγκρούοντας τα θέλω με όσα πιστεύει πραγματικά. Τέλος, η Ρουθ “καρφώνει” τα πόδια στο πάτωμα και μπαίνει σε μια κατάσταση απόλυτης αδιαλλαξίας και παραλογισμού, χάνοντας στην ουσία το όποιο δίκιο έχει.

Μέσα σε όλην αυτή την ατμόσφαιρα, θα ακουστούν και αρκετα σχόλια για το θέατρο και τον τρόπο που λειτουργούν οι “λαμπεροί” πρωταγωνιστές και οι παραγωγοί, για το πόσο σέβονται όλοι το έργο του συγγραφέα ενός έργου και το κατά πόσο ηθικό είναι να το μεταλλάσσουν διάφοροι κατά το δοκούν και φυσικά από το στόμα τους δεν ξεφεύγουν ούτε οι “καταξιωμένοι” κριτικοί θεάτρου, που χαρακτηρίζονται ούτε λίγο ούτε πολύ ως κάποιοι που δεν γνωρίζουν το αντικείμενο! Το τέλος όλου αυτού θα είναι τόσο εκρηκτικό όσο φανταστήκαμε, αλλά επειδή στο θέατρο όλα συμβαίνουν, δεν θα μου προκαλούσε καμία έκπληξη, αν η εν λόγω παράσταση, που συζητάνε οι ήρωες, ανέβει κανονικά και στην πρεμιέρα όλοι μαζί χαμογελούν και φωτογραφίζονται αγκαλιασμένοι…

Η παράσταση με έναν όχι συνηθισμένο, για την ελληνική πραγματικότητα, τρόπο στηλιτεύει μια σειρά από ζητήματα πολύ επίκαιρα, αναδεικνύοντας καθαρά το μέγεθος της υποκρισίας πολλών εξ αυτών που προβάλλονται ως φιλελεύθεροι και δικαιωματιστές, ενώ είναι φανατικοί οπαδοί της πατριαρχίας, όπως τη γνωρίζουμε, και χρησιμοποιούν όλα αυτά για την εικόνα τους και μόνο (χειρότεροι είναι εκείνοι που, πέραν αυτού, μελετούν εκ των έσω όλα αυτά, με σκοπό να βρουν τον τρόπο να τα απαξιώσουν στα μάτια της πλειοψηφίας… μη μου πεις ότι δεν το βλέπεις να συμβαίνει γύρω σου κι αυτό;). Αυτό που ξεχωρίσαμε είναι το ζήτημα της “ταυτότητας”, που οφείλει να έχει καθένας σε μια σειρά από ζητήματα που αφορούν όλη την κοινωνία και μυστηριωδώς πρέπει να τη γνωρίζουν και άπαντες, λες κι αυτό θα βοήθησει σε κάτι ουσιαστικά.

Εξαιρετικός ο Ορέστης Τζιόβας στον ρόλο του Τζέι, του βραβευμένου ηθοποιού, που παρουσιάζει έναν πραγματικά απίθανο τύπο, ημιμαθή, εγωπαθή, με εμφανή άγνοια κινδύνου, που θεωρεί εαυτόν τον καλύτερο επί γης και όλο αυτό δεν είναι παρά ένα τεράστιο ψέμα. Ο Κώστας Νικούλι, ως Λη, είναι συνδετικός κρίκος των δύο που συγκρούονται και είναι επίσης πολύ καλός στον ρόλο ενός ανθρώπου που βρίσκεται ανάμεσα σε αυτό που είναι ηθικό και τη φιλοδοξία. Με τις εκφράσεις του, συχνά αποτύπωνε, χωρίς να μιλάει, όλα τα συναισθήματά του και πρόσφερε πολύ γέλιο. Η Γιούλη Τσαγκαράκη, ως Ρουθ, είναι ο καταλύτης του έργου, αφού, άμα τη εμφάνισει της, βγαίνουν στη φόρα όλα όσα θέλει να αναδείξει ο συγγραφέας. Απολαυστική στα βρετανικού φλέγματος αστεία για τον Τζέι και δυναμική, όσο χρειαζόταν, κέρδισε τις εντυπώσεις και ήταν προσωπικά για μένα μια πολύ ευχάριστη έκπληξη.

Ο Μανώλης Δούνιας, πέραν της σκηνοθεσίας, έχει αποδώσει στα ελληνικά το κείμενο, κάτι που σίγουρα τον βοήθησε να αντιληφθεί το περιβάλλον που συμβαίνει η δράση και τις κοινωνικοπολιτικές διαφορές των τριών ηρώων, που νομοτελειακά θα τους οδηγήσουν σε σύγκρουση, φτιάχνοντας μια παράσταση που έχει ροή, πολύ καλές ερμηνείες και μια πανστρατιά μηνυμάτων που δίνουν πολύ τροφή για σκέψη. Η έξυπνη χρήση της σκηνής του θεάτρου και μέρους της αίθουσας για την παράσταση, επίσης είναι στα πολύ θετικά που αποκομίσαμε.

Το ‘Ulster American’, στο θέατρο Αθηνά, είναι μια πολύ ωραία πρόταση για θεατρική έξοδο, ένα πολύ σύγχρονο έργο, που, μέσα από το φίλτρο της κωμωδίας, φωτίζει αυτό που ονομάζεται “πολιτική ορθότητα” και το γελοιοποιεί και επιδεικνύει την άγνοια για την πολιτική, την ιστορία, την τέχνη των περισσοτέρων, που είτε μιλούν για τα παραπάνω δημοσίως ή ακόμη χειρότερα είναι κομμάτια του συστήματος και έχουν ενεργή σχέση μαζί τους…

Περισσότερα εδώ.

Θοδωρής Κ., Δεκέμβριος 2023

Written by: Sin Radio

Sin Radio