Sin Radio Listen, don't just hear!
Η Τζωρτζίνα είναι μια τυπική νέα Ελληνίδα γυναίκα, που έχει την ατυχία να ζει σε ένα μικρό απομακρυσμένο χωριό, κάπου στην ύπαιθρο, το Ραχίδι. Αλλιώς τα φανταζόταν, όταν γνώρισε τον Γιώργη – καλό παιδί, δουλευταράς, με χωράφια και σπίτι δικό του – και αποφάσισε να δεχτεί την πρότασή του να τον παντρευτεί. Κάτι η οικονομική κρίση, κάτι η κλιματική αλλαγή, κάτι η κακή τους τύχη, τα πράγματα δεν πήγαν και πολύ καλά, οπότε μάλλον βρίσκονται πίσω από την αφετηρία που ξεκίνησαν. Αυτό δεν τους εμποδίζει, παρόλη τη φυσιολογική μουρμούρα της Τζωρτζίνας, να είναι ένα αγαπημένο ζευγάρι σαν αυτά των παραμυθιών – όπα, όπα… όχι ακριβώς σαν των παραμυθιών, γιατί στην περίπτωσή μας μάλλον έχουμε να κάνουμε με το αρχετυπικό ελληνικό ζευγάρι, όπου ο άνδρας είναι ο αρχηγός, αλλα “δημοκρατικά” γίνεται πάντα αυτό που θέλει η γυναίκα! (απορία, τα πιάτα τα πλένει με ζεστό νερό ή τον βάζει “τιμωρία” να τα κάνει με κρύο;)
Όλα αυτά θα δοκιμαστούν τη μέρα, που στο χωριό θα φτάσει ο εξ Αμερικής ξάδερφος του Γιώργη, ο Σάκης. Προκομμένο παιδι, έφυγε από μικρός από το χωριό και τα νέα λέγανε ότι μεγαλοπιάστηκε εκεί που πήγε και πως κάνει μεγάλη ζωή.
Η Τζωρτζίνα, αμα τη άφιξή του, αντιλαμβάνεται πως κάτι δεν πηγαίνει και τόσο καλά μαζί του και δεν μπορεί να καταλάβει γιατί μονίμως ψάχνει το σπίτι και τι είναι αυτό που τον ανησυχεί τόσο πολύ. Όταν θα μάθει τι “επαγγέλεται” ο ξάδερφος, θα ζοριστεί αρκετά, αλλά επειδή ως γνωστόν το χρήμα θεραπεύει πολλά, με 500 χιλάρικα που είναι το τάξιμο του Σάκη, οι όποιες αναστολές πηγαίνουν στον κάλαθο των αχρήστων.
Η ζωή συνεχίζεται απρόσκοπτα, μέχρι που εμφανίζεται στο σπίτι, ξαφνικά, η εξαπατημένη σύντροφος του Σάκη από την Αμερική, με πολύ άγριες διαθέσεις και από τον θυμό της δεν θα ξεφύγουν ούτε οι συγγενείς του άπιστου και καταχραστή Σάκη. Η ζωή, όμως, μαζί τους θα τη μαλακώσει και, όταν ο Γιώργης της σώζει τη ζωή, αποφασίζει να τα ξεχάσει όλα και να γυρίσει πίσω, ανταμείβοντας ωστόσο το ζευγάρι για την καλοσύνη του, κάνοντάς τους τους εν Ελλάδι συνεργάτες της.
Η ζωή επιτέλους χαμογελάει στη Τζωρτζίνα, που έχει πολύ περισσότερα απ’ όσα ονειρευόταν και μια μέρα θα μάθει πως θα αποκτήσει ακόμη περισσότερα! Όμως, όταν η μοίρα σου είναι να μπλέκεις με σόγια που έχουν τα θεματάκια τους, μπορείς να μείνεις ποτέ πραγματικά ήσυχος; Όχι, φυσικά!
Για εμάς, που η καταγωγή μας είναι από χωριό, η εικόνα του σπιτιού του ζευγαριού, που συμβαίνουν όλα τα γεγονότα ήταν πολύ οικεία. Εξίσου γνώριμοι και οι χαρακτήρες της Τζωρτζίνας και του Γιώργη, τόσο ως συμπεριφορές και ως εικόνα, γλώσσα που χρησιμοποιούν κ.ά.
Ο ξάδερφος Σάκης και η ερωμένη εξ Αμερικής, μοιάζουν αρκετά με τα “εξωτικά” πουλιά που φαντάζονται οι άνθρωποι στην επαρχία, όταν μιλούν για κάποιον από τόσο μακριά και η αντίθεση με το “εγχώριο” ζευγάρι, σε νοοτροπίες και συμπεριφορές, είναι το στοιχείο που τροφοδοτεί διαρκώς το κωμικό της παράστασης, αφού η σύγκρουση των δύο κόσμων, αρχικά, και κατόπιν η απόπειρα να ενωθούν κάτω από μια νέα πραγματικότητα, είναι αρκούντως αστείες. Το κοινό γελάει με την καθημερινότητα του λαϊκού ζευγαριού, όπου λείπουν όλα τα φίλτρα του “καθωσπρεπισμού” και οι διάλογοί τους είναι πραγματικά απόλαυση να τους ακούς (μεγάλωσα στη Γιαννούλη της Λάρισας μέχρι τα 4 μου, με τους παππούδες μου, και, αν έκλεινα τα μάτια, είχα την αίσθηση ότι 45 χρόνια μετά θα τους άκουγα ξανά στ’ αυτιά μου).
Ερμηνευτικά, θα ξεχωρίσω τη Σταυρούλα Θωμαδάκη, που έχει τον ρόλο της Τζωρτζίνας, που κατάφερε να αποδώσει όλη την πληθωρικότητα της ηρωίδας και την ωραία τρέλα που τη διακρίνει. Ο Βασίλης Πρέκας, στον ρόλο του Γιώργη, σε πείθει για αυτό το αρσενικό που περιγράψαμε πιο πάνω (κύρης του σπιτιού στο καφενείο, δούλος στην υπηρεσία της γυναίκας, μόλις περάσει την πόρτα του σπιτιού) και έχει και τις πιο πιασιάρικες ατάκες του έργου! Ο Σταύρος Παναγιωτόπουλος, ο ξάδερφος Σάκης, και η Ελένη Σιδεροπούλου, η ορμώμενη εκ Δύσεως, απατημένη και κλεμμένη σύντροφός του (και το λάθος σόι στο τέλος, που είπαμε πιο πάνω), συμπληρώνουν τη διανομή, συμβάλλοντας στο πολύ καλό αποτέλεσμα τόσο υποκριτικά, αλλα και σκηνοθετικά, αφού έχουν αναλάβει μαζί αυτήν την ευθύνη. Η Ελένη Σιδεροπούλου, είχε την αρχική ιδέα και της ανήκει το κείμενο, αν μας διαβάσει, θα ήθελα να τη ρωτήσω… γιατί επέλεξε να μας βάλει να σκεφτόμαστε τι έγινε τελικά στο τέλος, δυο μέρες μετά; (Πολύ έξυπνο συγγραφικά). Δεν μας σκέφτηκε κι εμάς, που Δευτεριάτικα, μετά από την πρώτη μέρα στη δουλειά, ότι μπορεί να μην αντιλαμβανόμασταν τα πάντα με την πρώτη;
Η παράσταση ακολουθεί τη φιλοσοφία των περισσότερων έργων που φιλοξενούνται στον Λύχνο – μικρή παραγωγή, “χειροποίητη” με πολύ δουλειά και μεράκι από την ομάδα, τίμια σε αυτό που υπόσχεται και σε αυτό που σου προσφέρει και ιδανική για να περάσεις ένα βράδυ Δευτέρας, παρακολουθώντας μια ιστορία που θα βρεις πολλά να ταυτιστείς (εκτός αν είσαι πλούσιος), να γελάσεις με τις απίθανες περιπέτειες των ταλαίπωρων ηρώων (όπως με τις δικές σου, γελάνε κάποιοι άλλοι) και στο τέλος θα παραδεχτείς κι εσύ ότι από τα σόγια δε γλιτώνεις, καλώς ή κακώς, με τίποτα (πώς συμβαίνει πάντα, όταν λες επιτέλους ξέμπλεξα με δαύτους, να ξαναμπλέκεις σε νέες καταστάσεις χωρίς να το καταλάβεις, οέο!).
Περισσότερα εδώ.
Θοδωρής Κ., Μάιος 2024
Written by: Sin Radio
©2024 Sin Radio | made with ♥ and ♫ by dinatzv