play_arrow

keyboard_arrow_right

Listeners:

Top listeners:

skip_previous skip_next
00:00 00:00
chevron_left
volume_up
  • play_arrow

    Sin Radio Listen, don't just hear!

ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΗ

Είδαμε την παράσταση ‘Κήτος’ στο Θέατρο Τέχνης

today30 Μαΐου, 2024

Φόντο
share close

Όταν πριν 20 χρόνια δούλευα με τον Βασίλη, στη βραδινή βάρδια – τελειώναμε 6 το πρωί, το καλό σενάριο, και 7, το κακό – συνήθιζα, έχοντας, από τότε, δικό μου αυτοκίνητο, να τον γυρίζω σπίτι, για να μην περιμένει πότε θα ερχόταν το βολικό λεωφορείο. Στη γειτονιά του, καθόμασταν σε έναν καφενέ και κερνούσε, οπότε πίναμε κάτι που θα μας αποφόρτιζε από την υπερένταση της δουλειάς, για να μην γυρίσουμε σπίτι και μας φταίνε όλα… Κάποιο πρωινό, ένα παιδάκι που πήγαινε σχολείο, συνοδεία της μαμάς του, περνώντας μπροστά μας, φώναξε: “Μαμά, κοίτα εναν χοντρό, που κάθεται στο καφενείο”.

Η μητέρα του μεγαλόφωνα του απάντησε (λίγα μέτρα μακριά μας): “Γι’αυτό σου φωνάζω να μην τρως βλακείες, γιατί θα γίνεις διπλός απ’ αυτόν εδω και θα σε κοροϊδεύει ο κόσμος”.

Θύμωσα και έκανα να σηκωθώ, αλλα μου έπιασε το χέρι ο Βασίλης και ψιθύρισε “χαμένη υπόθεση είναι, δεν αξίζει”…

Ήταν κάτι, που τότε του συνέβαινε συχνά και είχε συνηθίσει – δεν γνώριζαν όλοι όσοι τον προσέβαλαν, τι υπέροχος άνθρωπος υπήρχε πίσω από το υπέρβαρο δέμας και φυσικά δεν αναρωτήθηκαν, όταν, λίγα χρόνια αργότερα, έχασε όλο το περιττό βάρος και άλλαξε τελείως η εικόνα του, πώς τα κατάφερε και τι αγώνα έδωσε, με τους προσωπικούς του δαίμονες, που είχαν τη μορφή αγαπημένων προσώπων….

Μπαίνοντας πολύ νωρίτερα από την προγραμματισμένη έναρξη, στη σκηνή του Υπογείου, μας υποδέχεται ένας πολύ χαμογελαστός και ωραίος τύπος. Στην πρώτη ματιά σκέφτομαι “Βασίλη, εσύ;”.

Δεν είναι φυσικά ο παλιός μου συνάδελφος, αλλά ο Ευάγγελος Βογιατζής, που υποδύεται τον ήρωα της παράστασης.

Όσο περιμένουμε. ο ήρωάς μας συνεχίζει να μας απευθύνεται, εξιστορώντας διάφορα περιστατικά της καθημερινότητάς του, που δεν διαφέρουν καθόλου από δικά μας, προβάλλοντας τη φαιδρότητα και τη γελοιότητά τους, και να χαιρετά όσους προσέρχονται.

Το σκηνικό πολύ δωρικό – μια ζυγαριά, ένα τραπεζάκι και κάποια αντικείμενα αριστερά-δεξιά της σκηνής και στο βάθος ένα παλιό ψυγείο, αλυσοδεμένο.

Η ιστορία του φίλου μας ξεκινάει με την περιγραφή διάφορων στιγμών που αντιμετωπίζει από άλλους “συνανθρώπους” στην πόλη. Ηλίθιες ερωτήσεις, προσβολές, παρατηρήσεις και ό,τι πιο ακραίο μπορείς να φανταστείς, και μάλλον έχεις υπάρξει μάρτυρας, αποτελεί κομμάτι της αφήγησης.

Στη συνέχεια, αφήνει τους “ξένους” και πηγαίνει στη μάστιγα των οικογενειακών συγκεντρώσεων, που συνοδεύονται από τραπέζωμα – νομίζω ότι κι αυτό το έχεις ζήσει. Αν υπάρχει κάποιος με παραπάνω κιλά, θα αποτελέσει τη “βεντέτα” της ροτόντας – όλοι έχουν να πουν κάτι για να “βοηθήσουν” (από την καλή τους την καρδιά, βεβαίως), μιας και έχουν βρεθεί σε αντίστοιχη θέση και κατάφεραν να αδυνατίσουν (ακόμη και η ξινή ξαδέλφη, που μια ζωη σαν καχεκτικό τη θυμασαι, θα πει κάτι για το θέμα).

Αφού μας βάλει στο κλίμα της ζωής του, αποφασίζει να μας εξηγήσει το πώς έφτασε ως εδώ με αυτό το σώμα και τι προσπάθειες έχει κάνει για να διορθώσει τα πράγματα.

Η διήγησή του είναι κωμικοτραγική, αφού τα γεγονότα έχουν μια αρκετά αστεία χροιά και εκφορά, οπότε αντανακλαστικά γελάς, αλλα ταυτόχρονα φανερώνουν πως, πίσω από την εικόνα που βλέπουμε εμείς, υπάρχει κάτι πολύ μεγαλύτερο που καταδυναστεύει τον ήρωα του μονολόγου.

Τα τριάντα χρόνια ζωής που μας διηγείται, είναι μια επίπονη διαδρομή, γεμάτη από μοναξιά, φόβο, παραίτηση, που συμπορεύονται με μαύρο χιουμορ και αυτοσαρκασμό, σε μια απόπειρα να φανεί πιο όμορφη η μαύρη τρύπα, που ζει ο ήρωας, και αν δεν βρει τι είναι αυτό το “Κήτος” που τον τρομάζει και του επηρεάζει τα πάντα, θα χαθεί μέσα της μια μέρα…

Ο Ευάγγελος Βογιατζής παίρνει ένα ανέκδοτο προσωπικό κείμενο του Βαγγέλη Ρωμνιού (που έφυγε πολύ νωρίς από τον μάταιο τούτο κόσμο), κάτι σαν ένα ημερολόγιο, και το κάνει δικό του. Με φυσικότητα, παρουσιάζει την Οδύσσεια ενός ανθρώπου που έχει ένα ιστορικό παχυσαρκίας, που γίνεται, όπως πολλοί γύρω μας, θύμα των αγωνιών του και πηγή κέρδους για κάποιους, και μας συστήνει τους εσωτερικούς του δαίμονες, που μάλλον ζουν στο νερό και γι’αυτο δεν του είναι εύκολο να τους αντιμετωπίσει.

Η μορφή αυτή του κειμένου επιτυγχάνει, παρά τις όποιες “αδυναμίες” του, να παρασύρει τον θεατή, σε έναν κόσμο γεμάτο ειλικρίνεια και συναίσθημα, δείχνοντάς του έμμεσα πως η απαρχή της σωτηρίας του καθενός βρίσκεται στον θάνατο αυτών που μας τρώνε εσωτερικά και όχι στην ενασχόληση με τους άλλους, που πάντα θα βρίσκουμε χειρότερους από εμάς, άρα θα έχουμε έναν λόγο να αισθανόμαστε πιο όμορφα…

Υπέροχα τα τραγούδια του Σταμάτη Κραουνάκη, που έγραψε για την παράσταση και ερμηνεύει ο ίδιος, τα οποία, όποτε ακούγονται, μεγεθύνουν την εικόνα και συμπληρώνουν αρμονικά τα λόγια του κειμένου. Όμορφη η σκηνική – ενδυματολογική προσέγγιση της Χριστίνας Κωστέα και πολύ καλή η δουλειά του Φωκά Ευαγγελινού στην κίνηση.

Σκηνοθετικά και ερμηνευτικά, ο Ευάγγελος Βογιατζής επέλεξε να ακολουθήσει πιστά το ύφος του κειμένου, εμπλουτίζοντας με προσωπικές εμπειρίες, σημεία του μονολόγου και η συνολική αίσθησή μας είναι πως όλα πήγαν περιφήμα!

Κοίτα που το τέλος των παραστάσεων στους κλειστούς χώρους, μας επιφύλασσε μια τόσο ωραία θεατρική έκπληξη και εμπειρία – ιδανικά, θα πρέπει να πάρει λίγες παραστάσεις ακόμα από το φθινόπωρο, ώστε να την παρακολουθήσουν κι όλοι αυτοι που δεν προτιμούν τέτοια εποχή, τις θεατρικές αίθουσες.

Περισσότερα εδώ.

Θοδωρής Κ., Μάιος 2024

Written by: Sin Radio

Sin Radio