Sin Radio Listen, don't just hear!
Το 428 π.χ., η Αθήνα βρίσκεται στον τρίτο χρόνο της πρώτης περιόδου του εμφυλίου με την Σπάρτη (που όλοι γνωρίζουμε ως Πελοποννησιακό Πόλεμο) και οι λεηλασίες που γίνονται στην Αττική (από Σπαρτιάτες και συμμάχους τους), ταυτόχρονα με τα έξοδα για τις αντίστοιχες στα παράλια της Πελοπονήσου (από τον Αθηναϊκό συμμαχικό στόλο), έχουν διαμορφώσει μια ιδιάζουσα κατάσταση στην πόλη, που μέχρι τότε απολάμβανε μόνο τα καλά της ειρήνης και της ηγεμονίας της. Ο κόσμος έχει δυσανασχετήσει με όλα αυτά και η πνευματική σκέψη που εκφράζεται με το κίνημα των σοφιστών, που ευαγγελίζονταν τη μεταφορά του τρόπου που αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι τις καταστάσεις, από τη μυθολογική-παραδοσιακή συνθήκη, σε μια μια νέα φόρμα με βάση τη λογική, την κριτική σκέψη και την παραδοχή πως υπαίτιος για τα περισσότερα που συμβαίνουν είναι ο ίδιος ο άνθρωπος και οι ενέργειες που ο ίδιος εκτελεί αυτοβούλως και όχι η βολική δικαιολογία της παρακίνησης από κάποια μεταφυσική δύναμη. Οι συντηρητικοί κύκλοι δεν έβλεπαν με καθόλου καλό μάτι το κίνημα αυτό, αλλά, λόγω της ελευθερίας των ιδεών που υπήρχε στην πόλη, ήταν πολύ προσεκτικοί στο πώς λειτουργούσαν, ώστε να μην επιτρέψουν να γίνουν κτήμα πολλών, αυτές οι διδασκαλίες.
Ένας από αυτους που έχουν επηρεαστεί αρκετά από αυτό το κίνημα, είναι και ο Ευριπίδης – πιστεύει ότι οι μύθοι έχουν κάποιους άλλους συμβολισμούς πίσω από την απλή ανάγνωση και πως οι θεοί απλά υπάρχουν για να δικαιολογούν συνήθως τις ακραίες – μη αποδεκτές πράξεις των ανθρώπων, καθώς ο κόσμος δεν ήταν πνευματικά έτοιμος να δεχτεί ότι ήταν ανθρώπινες αποφάσεις αυτές που έφερναν το κακό και είχε επαναπαυτεί στην “αλήθεια” αυτών που βάζουν τον κακό σπόρο στον άνθρωπο. Στα έργα του, συχνά, προσπαθεί να αποδομήσει την εικόνα των Θεών, δείχνοντάς τους ως κάτι πολύ χειρότερο από την ευγενή εικόνα που, για χρόνια, το ιερατείο της εποχής φιλοτεχνούσε. Παράλληλα, φρόντιζε να δείχνει και την ισότητα των ανθρώπων, παρουσιάζοντας τους “άρχοντες” των μύθων, που πραγματευόταν στις τραγωδίες του, να διέπονται από τα ίδια ευγενή ή μη αισθήματα και κίνητρα, που αναγνώριζε ως στοιχεία της προσωπικότητάς του, ο κάθε Αθηναίος πολίτης.
Ο Ιππόλυτος είναι ένα τέτοιο έργο. Ξεκινάει με την παρουσία της Θεάς Αφροδίτης, που δηλώνει πως σκοπεύει να τιμωρήσει τον πιστό ακόλουθο της Αρτέμιδος, Ιππόλυτο, γιατί έχει παραδοθεί πλήρως σε όσα υποστηρίζει εκείνη και περιφρονεί αυτά που συμβολίζει η ίδια. Για να επιτύχει τον σκοπό της, θα εμπλέξει και την οικογένεια του νεαρού, ώστε να μεγαλώσει ο αριθμός των θυμάτων και η φρίκη από όλα αυτά να γίνουν μάθημα σε όποιους τολμήσουν να την αμφισβητήσουν με τον ίδιο τρόπο. Δεν την απασχολεί καθόλου για τις “παράπλευρες” απώλειες και, παρότι συμβολίζει τον έρωτα, την αγάπη και τη διαιώνιση της ζωής, γίνεται – για το “κέφι” της – ένας άγγελος θανάτου. Οι λοιποί θεοί που αναφέρονται, εμφανίζονται στο έργο, έχουν μια παράλληλη αποστασιοποίηση, αφού η προστάτιδα του νεαρού, Άρτεμη, ως “από μηχανής Θεός”, έρχεται στο τέλος να αποδώσει την αλήθεια, για να ανακουφίσει τις ψυχές των ηρώων, με το πρόσχημα πως υπάρχει ιερός κανόνας να μην μπερδεύεται ο ένας Θεός στις δουλειές του άλλου (ενώ μπορούσε, με κάποιον τρόπο, αν ήθελε, να προστατεύσει τον Ιππόλυτο) και ο Ποσειδώνας, που εκτελεί μια ευχή εκδίκησης του Θησέα, παρότι σίγουρα γνωρίζει την σκευωρία και μπορεί να προφυλάξει το παιδί του από μια τέτοια αμαρτία, μάλλον, από τα λεγόμενα του έργου, το απολαμβάνει δεόντως. Οι θεωρητικά “προστάτες” γίνονται δήμιοι και δεν είναι υπόλογοι για τίποτα, καθώς, ως ανώτερα όντα, δεν είναι υποχρεωμένοι να αιτιολογήσουν οτιδήποτε αισχρό κι αν πράξουν….
Αυτή είναι η αίσθηση που έχω για την εν λόγω τραγωδία και δεν είχα την ευκαιρία να την παρακολουθήσω, μέχρι προσφάτως, που είδα την παράσταση του Εθνικού, με τη σκηνοθετική ματιά – ανάγνωση της Κατερίνας Ευαγγελάτου. Είναι άκυρο και άτοπο να συγκρίνουμε παραστάσεις μεταξύ τους, που αφορούν σε ένα κοινό έργο, καθώς κάθε σκηνοθέτης, με την ομάδα του, έχουν τη δική τους άποψη και γι’αυτό κρίνονται στο τέλος, για το κατά πόσο η αισθητική τους και αυτό που παρουσίασαν, μπορεί να γίνει αποδεκτό από το κοινό και σε τι βαθμό από τον κάθε θεατή ξεχωριστά.
Η σκηνοθέτις επέλεξε να φτιάξει μια πολύ σύγχρονη παράσταση, έχοντας μια περίπου ταυτόσημη, με την προαναφερόμενη, άποψη για το νόημα του έργου και την απεικόνιση των προσώπων του. Παρουσιάζει μια Αφροδίτη που δεν θυμίζει καθόλου ό,τι μπορεί να έχουμε δει ως τώρα, εμφανισιακά. Ντυμένη με ρούχα που παραπέμπουν σε εργαζόμενη σε κακόφημα μαγαζιά γνωστής λεωφόρου της πόλης, με ένα κακό μακιγιάζ και μια έκφραση “σκύλας της λύσσας” και εξοπλισμένη με μια ψηφιακή βιντεοκάμερα, που καταγράφει για το αρχείο της και μεταδίδει ζωντανά ταυτόχρονα, όσα γίνονται στο προσκήνιο και το παρασκήνιο. Με το καλημέρα, σου δίνει μια ηρωίδα, που δύσκολα θα συμπαθήσει κάποιος και ακόμη δυσκολότερα θα βρίσκει δικαιολογίες για τις πράξεις της. Στον αντίποδα, εμφανίζεται ένας νεαρός, μάλλον ευγενής και απόλυτος στην απόψή του, ο Ιππόλυτος, που αυτομάτως γίνεται αποδέκτης συμπάθειας (που διατηρεί ακόμη κι όταν λέει διάφορα αρνητικά για τις γυναίκες – δικαιολογείται λόγω ηλικίας ή υπερβολικής πίστης). Ακολουθείται από μια ομάδα φίλων – συγκυνηγών, που πιθανότατα ασπάζονται τις ίδιες ιδέες, αλλά η Αφροδίτη “τρελαίνει” το μυαλό τους και τους οδηγεί σε ένα μεγαλοπρεπές ερωτικό “γλέντι” (στα παρασκήνια).
Η βασίλισσα Φαίδρα, δεύτερη σύζυγος του Θησέα, εμφανίζεται στη σκηνή με μια πολύ λιτή εμφάνιση, που δεν φανερώνει την ιδιότητά της και με συμπεριφορά ανθρώπου που κυριαρχείται από τα πάθη του. Ο διάλογος με την πιστή υπηρέτριά της αποκαλύπτει τον λόγο που έχει παραιτηθεί από τα πάντα και εμφανίζει αυτήν την εικόνα της εγκατάλειψης – ένας πόθος για τον Ιππόλυτο, τον γιο του συζύγου της, από την αμαζόνα Αντιόπη, που δεν μπορεί να τον διαχειριστεί με τίποτα. Η φωνή της λογικής τής υπαγορεύει να το ξεχάσει και να μην βάλει “φωτιά” στο σπίτι της και τα συναισθήματά της την προστάζουν να κάνει αυτό που επιθυμεί το σώμα της, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Η υπηρέτρια, που εμφανίζεται επί σκηνής ως περίπου αλκοολική, με την όποια σκέψη μπορεί να κάνει και να συμβουλεύσει, την παροτρύνει να μην ακολουθήσει τη λογική, αλλά το συναίσθημα, αφού ό,τι νιώθει είναι κάτι καθαρά “φυσιολογικό” και ανθρώπινο. Της υπόσχεται πως θα αναλάβει η ίδια να κάνει την “επαφή” με τον νεαρό, ώστε να μην τη φέρει σε δύσκολη θέση…
Η συνάντηση των δύο δεν πάει φυσικά και πολύ καλά, με τον Ιππόλυτο να φρικάρει από όσα του λέει η υπηρέτρια και να δίνει μια κάπως άκομψη απάντηση για τη Φαίδρα – φεύγοντας για το παλάτι, η γριά τον βάζει να της ορκιστεί (με την υποβολή – ποιας άλλης – της Αφροδίτης, φυσικά), πως θα ξεχάσει αυτά που είπαν αμέσως και δεν θα τα αναφέρει ποτέ και για κανέναν λόγο. Ο έντιμος νέος το κάνει, μη γνωρίζοντας πως έτσι υπογράφει την καταδίκη του. Πίσω στο παλάτι, τα νέα της υπήρετριας σπρώχνουν σε αδιέξοδο τη Φαίδρα που με θολωμένη κρίση (ποια έχει βάλει άραγε κι εδώ το χεράκι της;), φτιάχνει διάφορα ακραία σενάρια στο μυαλό της για το μέλλον της και τελικά επιλέγει την αυτοχειρία ως μόνη λύση. Στο χέρι της θα κρατάει κι ένα γράμμα, που της υπαγόρευσε η πανταχού παρούσα Αφροδίτη, και θα κατηγορεί για απόπειρα βιασμού το νεαρό αγόρι.
Όταν ο βασιλιάς επιστρέψει από το ταξίδι του, βρει νεκρή τη γυναίκα του και διαβάσει το γράμμα, δίχως να σκεφτεί καθόλου, θα ζητήσει να δει τον “ένοχο” για να του ανακοινώσει την τιμωρία του. Στην πρώτη μεταξύ τους σκήνη, ο εν εξάλλω Θησέας βγάζει έναν λόγο γεμάτο κακία για το παιδί του, που κρύβει υποχθόνια και μια ζήλεια για τον νεότερο και εμμέσως ρίχνει τις μπηχτές του προς διάφορες μυστικές τελετές που συμμετείχε (και φυσικά ήταν ακόμη δημοφιλείς την εποχή που πρωτοπαρουσιάστηκε το έργο – δείγμα της αποστασιοποίησης του Ευρυπίδη), προσπαθώντας έτσι να καταρρίψει αυτό που ο Ιππόλυτος προβάλλει διαρκώς ως ηθικό πλεονέκτημα, απέναντι στους άλλους. Στο τέλος αυτού, τον εξορίζει από την πόλη, αφού ο νεαρός, δεσμευόμενος από τον όρκο του, δεν θέλει να αποκαλύψει τίποτα από τα πραγματικά γεγονότα στον πατέρα του (ή, σε μια άλλη εκδοχή, δεν επιθυμεί να αμαυρώσει τη μνήμη της νεκρής) και, αφού φύγει από τη σκηνή ο νεαρός, ζητάει από τον πατέρα του, Ποσειδώνα, να τον σκοτώσει για αυτό που έκανε, αφού ο ίδιος αδυνατεί να το κάνει (σύνηθες φαινόμενο οι φόνοι μέσα στις οικογένειες, στους αρχαίους μύθους, και γι’αυτο δεν σοκάρονταν οι θεατές – ο Θησέας, σύμφωνα με τον μύθο, ήταν γιος του Αιγέα και της Αίθρας, που ήταν πριγκίπισσα της Τροιζήνας – εκεί βρέθηκε ο Αιγέας, μέσω ενός χρησμού που πήρε για την απόκτηση ενός γιου. Καθώς, όπως φαίνεται, ήταν στείρος ανέλαβε τη δουλειά ο Ποσειδώνας και έτσι στα “χαρτιά” ο Θησέας είχε πατέρα τον Αιγέα και κανονικά τον Ποσειδώνα!).
Η ευχή του βασιλιά εκπληρώνεται από έναν αφηνιασμένο ταύρο (ο τρίτος ταύρος στη ζωή του Θησέα – έχουν προηγηθεί ο ταύρος του Μαραθώνα και φυσικά ο Μινώταυρος) που βγαίνει από τη θάλασσα στον παραλιακό δρόμο και ρημάζει το άρμα του ανυποψίαστου Ιππόλυτου, όπως αφηγείται ο Εξάγγελος στον βασιλιά, που έχει φέρει τον ημιθανή νέο πίσω στο σπίτι του. Κι ενώ ο Θησέας συνειδητοποιεί τι κακό τον έχει βρει, η Άρτεμη εμφανίζεται στον νέο και τον ευχαριστεί για την υποστήριξή του όσο ζούσε και μιλάει ακολούθως και στον βασιλιά, αποκαλύπτωντας όλη την πλεκτάνη της Αφροδίτης, δίνοντας στον δύστυχο Θησέα τη δυνατότητα να ζητήσει συγχώρεση από το παιδί του – την οποία ο Ιππόλυτος χαρίζει αγόγγυστα – και ταυτόχρονα το τελειωτικό χτύπημα, αφού, για τα παιχνίδια των Θεών, σε μια μέρα χάνει και τη γυναίκα του και τον πρωτότοκό του, αφήνοντας ένα πελώριο γιατί να πλανάται στην ατμόσφαιρα…
Απόλαυσα την παράσταση, καθώς και η σκηνοθεσία μου άρεσε αρκετά, και η συνολική της αισθητική ήταν πολύ αξιόλογη. Το σκηνικό με τον βάλτο και τα καλάμια, δια χειρός Εύας Μανιδάκη, ήταν εξαιρετικό και στο πνεύμα της παράστασης – μια νεκρή φύση με μικρές αναλαμπές ζωής, που μαρτυρά το τέλος των ηρώων που κινούνται μέσα και πέριξ αυτής. Η μουσική του Αλέξανδρου Δράκου Κτιστάκη έδεσε με το ύφος του έργου και οι ηλεκτρονικοί ήχοι της λειτούργησαν ενισχυτικά στην κορύφωση του δράματος και συνόδευσαν ιδανικά τα λόγια των ηθοποιών. Απο τους δύο χορούς, ξεχωρίσαμε αυτόν των κυνηγών – ίσως περισσότερο φροντισμένος από τον αντίστοιχο των κοριτσιών της πόλης. Και στις δύο περιπτώσεις, η κίνησή τους που έδειχνε την εμπλοκή τους με τα επί σκηνής δρώμενα ήταν ένα όμορφο σκηνοθετικό εύρημα, αφού δεν υπήρχαν εκ των πραγμάτων πολλά λόγια για τους κορυφαίους τους.
Ο Δημήτρης Παπανικολάου στον μικρό, αλλά κομβικό, ρόλο του εξάγγελου κέρδισε τις εντυπώσεις με την ερμηνεία και τον λόγο του. Ακολούθως, η Κόρα Καρβούνη, από τα γυναικεία πρόσωπα, έδωσε μια πολύ καλή Φαίδρα, που έχει συντριβεί από τον μοιραίο έρωτά της. Ο Ορέστης Χαλκιάς ήταν θετικός και ανταποκρίθηκε πολύ καλά στον ρόλο του Ιπόλυτου, αποφεύγοντας την “παγίδα” να “συντριβεί” από την πρώτη του φορά σε μια τέτοια τραγωδία. Ο Γιάννης Τσορτσέκης, ως Θησέας, στο δεύτερο πέρασμά του ήταν συγκλονιστικός, ενώ στο πρώτο πάτησε σε μια ασφαλή ερμηνεία, που δεν έδειξε κάτι από το ταλέντο του. Η Μαρία Σκουλά, ως τροφός, έδωσε μια συνεπή παρουσία, υπηρετώντας τις σκηνοθετικές οδηγίες και μέχρι εκεί… Τέλος, η Έλενα Τοπαλίδου, στον διπλό ρόλο Αφροδίτης/Άρτεμης, κατάφερε με την κίνηση αιλουροειδούς να πετύχει το σκανδαλιάρικο χαρακτηριστικό της πρώτης θεάς και το ζωώδες της δεύτερης – ακολούθησε πιστά το σκηνοθετικό πρόσταγμα, στα χαρακτηριστικά που η ενδυματολόγος της προσέδωσε στο πρόσωπο αυτό, και έπλασε μια αρκετά αντιπαθητική περσόνα (για μένα), που κέρδισε επάξια το χειροκρότημα.
Η φετινή παρουσίαση του Ιππόλυτου, από το Εθνικό θέατρο, έφερε μια ανάσα ανανέωσης μέσα από τη σκηνοθεσία της Κατερίνας Ευαγγελάτου, που ενσωμάτωσε στο έργο, χωρίς να γίνουν ενοχλητικά, αρκετά μηνύματα της περιρρέουσας ατμόσφαιρας της εποχής, τα οποία συνδύασε με τα αντίστοιχα διαχρονικά του κειμένου, δίνοντας ένα πολύ δυνατό αποτέλεσμα. Τα όποια σχόλια για προκλητικότητα μέσα από συγκεκριμένες σκηνές, τα βρίσκω απλώς εξωφρενικά, καθώς δεν υπήρχε τέτοιος σκοπός και δεν ήταν κάτι κραυγαλέο. Είναι μια παράσταση που ισορροπεί ανάμεσα στα κλασικά ανεβάσματα και τον νεωτερισμό, που το αποτύπωμά της θα το δούμε στο μέλλον (το πόσο ενέπνευσε ή όχι άλλους δημιουργούς). Δεν γνωρίζω αν θα την θυμάμαι απολύτα σε 5 χρόνια, αλλά δύσκολα θα τη σβήσω ολικά από τη μνήμη μου.
Υ.Γ. Στα παλιά χρόνια υπάρχουν ιστορίες, που συναντώνται, με παραλλαγές, σε μυθολογίες διαφόρων λαών (π.χ. κατακλυσμός). Στην Παλαιά Διαθήκη, υπάρχει μια αντίστοιχη με τον Ιωσήφ (έναν εκ των 12 πατριαρχών των Ισραηλιτών), που επίσης κατηγορείται από μια γυναίκα για βιασμό, όμως στην περίπτωσή του καταφέρνει και αποδεικνύει την αθωότητά του και επιβραβεύεται για όσα πέρασε. Άρα, όλα αυτα τα κοινά στοιχεία δείχνουν, πέραν της ανταλλαγής ιδεών και πολιτισμού, μέσω του εμπορίου, ότι οι λαοί χρησιμοποιούσαν για διδακτικούς σκοπούς (αναλογώς του τέλους κάθε υπόθεσης), αυτούς τους μύθους.
Περισσότερα εδώ.
Θοδωρής Κ., Σεπτέμβριος 2023
Written by: Sin Radio
©2023 Sin Radio | made with ♥ and ♫ by dinatzv